Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Για ποια ελευθερία του λόγου μιλάμε;




του Στρατή Γατελούζου
(από το τεύχος 56 του "Κόκκινο", Νοέμβριος 2013)

Τον Ιανουάριο του 2012 συζητήθηκε στη βουλή το προτεινόμενο από το ΠΑΣΟΚ νομοσχέδιο για την καταπολέμηση του ρατσιστικού/ομοφοβικού λόγου. Το “ενδιαφέρον” που επέδειξε το συγκεκριμένο κόμμα για το ρατσισμό και την ομοφοβία ήταν καταφανέστατα υποκριτικό. Λίγους μήνες μετά, το ΠΑΣΟΚ πρωταγωνίστησε δια του υπουργού υγείας Α. Λοβέρδου στην απάνθρωπη διαπόμπευση των λεγόμενων «οροθετικών ιερόδουλων μεταναστριών» (που τελικά οι περισσότερες ούτε «ιερόδουλες» ήταν ούτε μετανάστριες). Το νομοσχέδιο αυτό τελικά δεν κατατέθηκε ποτέ προς ψήφιση, λόγω αντιδράσεων των άλλων δύο εταίρων της τρικομματικής κυβέρνησης Παπαδήμου, δηλαδή της ΝΔ και του Λάος.

Καμιά έκπληξη ως εδώ. Όμως απέναντι στο συγκεκριμένο νόμο τάχθηκε και ο… ΣΥΡΙΖΑ! Κεντρικό επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε ήταν ότι ο αντιρατσιστικός νόμος ενδέχεται να στραφεί και εναντίον της αριστεράς, επειδή η τελευταία προτρέπει σε «ταξικό μίσος» εναντίον του κεφαλαίου. Η ΟΛΚΕ[1] και πολλοί ακτιβιστές και ακτιβίστριες στην Ελλάδα εξέφρασαν τότε (δίκαια κατ’ εμέ) την έκπληξη και αγανάκτησή τους για το κόμμα που μέχρι τότε υποστήριζε το σύνολο των αιτημάτων του ΛΟΑΤ κινήματος. Μάλιστα, ο αντιρατσιστικός νόμος αποτελούσε το Νο1 αίτημα του ελληνικού ΛΟΑΤ κινήματος εκείνη τη σαιζόν (2011-12).

Όταν αργότερα συγκροτήθηκε μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ η «ομάδα σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου», το θέμα τέθηκε εκ νέου και η ομάδα διχάστηκε. Θεωρήθηκε από μερικούς ότι η ρητορική μίσους δεν συσχετίζεται άμεσα με την τέλεση εγκλημάτων μίσους εναντίον ανθρώπων που ανήκουν σε καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες (μετανάστες, ομοφυλόφιλοι κλπ). Επιπλέον ακούστηκε και το επιχείρημα ότι η ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους περιορίζει την ελευθερία του λόγου, που πρέπει να είναι «καθολικό δικαίωμα» και για τους καταπιεστές και για τους καταπιεσμένους.

Η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ είναι πολύ πιθανό να ξαναφέρει στη βουλή έναν αντιρατσιστικό νόμο, προκειμένου να καλύψει επιφανειακά την άπλετη υποστήριξή της στο ρατσισμό και την ομοφοβία. Αν αυτό συμβεί, πιστεύω πως η τελική απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ θα συνδεθεί εκ των πραγμάτων με τη γενικότερη στάση που θα κρατήσει στο ζήτημα της διακυβέρνησης.

Σύμφωνα με το κείμενο 15 σημείων που το Κόκκινο κατέθεσε ως συμβολή στη συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ τον περσινό Δεκέμβρη, το πρόγραμμα των κομμάτων του κόσμου της εργασίας και των καταπιεσμένων, ειδικά σε εποχές βάρβαρου νεοφιλελευθερισμού και νεοσυντηρητισμού, θα πρέπει να είναι ένα πρόγραμμα απόλυτης ταξικής ιδιοτέλειας. Άλλωστε το ίδιο κάνουν και οι καπιταλιστές, υπέρ των κομμάτων τους και κυρίως υπέρ των θεσμών του αστικού κράτους (καθεστωτικά ΜΜΕ, αστυνομία, στρατός, εκκλησία κλπ): Αν οι καπιταλιστές απαγορεύουν την κριτική στη θρησκεία τους, που είναι μάλιστα και η κυρίαρχη θρησκεία στη χώρα (νόμος περί βλασφημίας -  βλέπε υπόθεση «γέροντος Παστιτσίου του εν Ευβοία») και ταυτόχρονα επιτρέπουν τη ρητορική μίσους εναντίον των ΛΟΑΤ (μητροπολίτης Σεραφείμ, ναζιστές κλπ), εμείς θα πρέπει να κάνουμε ακριβώς το αντίθετο:
- Να απαγορεύουμε τη ρητορική μίσους εναντίον των καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων.
- Και να επιτρέπουμε απεριόριστη ελευθερία έκφρασης για κριτική εναντίον κάθε κυρίαρχης ιδεολογίας του συστήματος.
Στην ταξική ιδιοτέλεια των καπιταλιστών, απαντάμε με τη δική μας ταξική ιδιοτέλεια υπέρ των καταπιεσμένων και του κόσμου της εργασίας.

Η ομάδα lgbt/Κόκκινο έχει στις θέσεις της την ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους, βλέποντας το ζήτημα αυτό από τη σκοπιά των καταπιεσμένων. Προφανώς και δεν υποστηρίζουμε την ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους επί παντός επιστητού - και σίγουρα όχι για ρητορική εναντίον του καπιταλισμού, του νεοφιλελευθερισμού, των μνημονίων και όσων τα στηρίζουν. Ο νόμος τον οποίο προτείνουμε αφορά τη ρητορική μίσους εναντίον συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, που το σύστημα και μέρος της κοινωνίας καταπιέζει συστηματικά (ΛΟΑΤ, μετανάστες, γυναίκες, ανάπηροι-ΑΜΕΑ, εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες κλπ). Το αν τα καθεστωτικά κόμματα και ΜΜΕ μάς κατηγορήσουν ότι «έχουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά» σε ό,τι έχει να κάνει με την «ελευθερία του λόγου», αυτό δε μας αφορά, γιατί όντως έχουμε. Ας θυμηθούμε τα λόγια του Μαρξ: «Ο πραγματικός ουμανισμός, η αληθινή αγάπη για τους ανθρώπους, προϋποθέτει το μίσος για τους εχθρούς της ανθρωπότητας». Και αυτοί που καθυβρίζουν τις καταπιεσμένες ομάδες είναι εμφανώς εχθροί της ανθρωπότητας.

Σχετικά με το αν θα στηρίξει ο ΣΥΡΙΖΑ τον αντιρατσιστικό νόμο που θα φέρει προς ψήφιση μια συστημική κυβέρνηση όπως η τωρινή, το βασικό κριτήριο πρέπει να  είναι το ποιους θα αφορά[2] η ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους: Αν το νομοσχέδιο μιλάει γενικώς για την απαγόρευση της ρητορικής μίσους, τότε πρέπει βέβαια να τον καταψηφίσουμε, γιατί είναι σίγουρο ότι το σύστημα θα τον χρησιμοποιήσει κυρίως εναντίον της αριστεράς και των συνδικάτων (με τη δικαιολογία ότι προτρέπουν σε βία κατά των πολιτικών που στηρίζουν το μνημόνιο, τα αντεργατικά μέτρα κλπ). Εφόσον όμως το νομοσχέδιο αναφέρεται μόνο στη ρητορική μίσους κατά συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων που καταπιέζονται, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να το υπερψηφίσει. Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αναγκαίο να προσθέσει στο πρόγραμμά του το αίτημα αυτό. Και στην περίπτωση που στις επόμενες εκλογές κερδίσει την κυβέρνηση της χώρας, θα πρέπει άμεσα να θεσπίσει έναν αυστηρό αντιρατσιστικό νόμο, στα πλαίσια του «προγράμματος ταξικής ιδιοτέλειας» που ανέφερα και πριν. Εκτός και αν ο ΣΥΡΙΖΑ αποφασίσει ως κυβέρνηση να ακολουθήσει πολιτική ταξικής συνεργασίας…

Αν μη τι άλλο η ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους εντάσσεται στο πλαίσιο των μεταβατικών αιτημάτων μέσω των οποίων τα κόμματα της εργασίας και των καταπιεσμένων απευθύνονται σε μαζικά ακροατήρια, με σκοπό να τους κινητοποιήσουν σε επιμέρους αγώνες με βάση τα αιτήματα αυτά. Κατά τη γνώμη μου, ειδικά στην Ελλάδα του σήμερα ο αντιρατσιστικός νόμος βρίσκεται στο μεταίχμιο των αιτημάτων που θα μπορούσε να αποδεχτεί το σύστημα (κάτι που ισχύει γενικώς για τα αιτήματα που ο επαναστατικός μαρξισμός ονομάζει «μεταβατικά»). Μάλιστα έχουν ήδη διαρρεύσει πληροφορίες ότι ο νόμος που θα έρθει προς ψήφιση θα εξαιρεί την εκκλησία, το στρατό και την αστυνομία, που θα μπορούν ελεύθερα να εκφράζονται με ρητορική μίσους εναντίον όποιων επιθυμούν (αποδεικνύοντας πόσο οριακός για το σύστημα είναι ο αντιρατσιστικός νόμος)! Ακόμα και με τις εξαιρέσεις όμως, η αριστερά πρέπει να τον υπερψηφίσει, ποντάροντας στη δυναμική που απελευθερώνει υπέρ των καταπιεσμένων. Άλλωστε, αυτή δεν είναι η λογική των μεταβατικών αιτημάτων;

Ως κατακλείδα, θα πρέπει ίσως να εξηγήσω το γιατί το ΛΟΑΤ κίνημα επιμένει στην ψήφιση ενός αντιρατσιστικού νόμου. Καταρχήν να διευκρινίσω ότι προσωπικά υποστηρίζω την ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους που εκφέρεται δημόσια από θεσμικά πρόσωπα και θεσμικούς φορείς μόνο (θρησκείες, κόμματα, επικεφαλής φορέων δημόσιας διοίκησης, ΜΜΕ που κάνουν χρήση δημόσιων συχνοτήτων). Σε πρώτη φάση δεν το βρίσκω σκόπιμο να ποινικοποιείται η ρητορική μίσους όταν λέγεται από μη θεσμικά πρόσωπα, πχ πολίτες στην καθημερινή τους ζωή. Η ρητορική μίσους είναι απαραίτητο να ποινικοποιηθεί, επειδή συνδέεται άμεσα με την τέλεση εγκλημάτων μίσους: Με το να στοχοποιούνται από μητροπολίτες οι ομοφυλόφιλοι πως «είναι επικίνδυνοι για την κοινωνία», ανώμαλοι κλπ, κάποιοι ενθαρρύνονται να βιαιοπραγούν εναντίον ομοφυλόφιλων και τρανς. Όταν οι παπάδες και οι φασίστες έχουν το… δικαίωμα να καλλιεργούν κλίμα μίσους εναντίον των ΛΟΑΤ, στην πραγματικότητα οπλίζουν τα χέρια όσων βιαιοπραγούν. Και δυστυχώς οι περιπτώσεις ξυλοδαρμού και βιασμών ΛΟΑΤ ατόμων (αλλά και μεταναστών) είναι αρκετές τα τελευταία χρόνια…




[1] Ομοφυλοφιλική και Λεσβιακή Κοινότητα Ελλάδας
[2] Εδώ, θα ήθελα να τονίσω ότι τα λόγια του Τρότσκι, που επικαλούνται μερικοί σύντροφοι για να αντιταχτούν στον αντιρατσιστικό νόμο, αναφέρονται στην ελευθερία του τύπου και όχι στην προστασία συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων μέσω αντιρατσιστικών νόμων (ελευθερία του τύπου και εργατική τάξη, Λ. Τρότσκι). Πρόκειται δηλαδή για διαφορετικές περιπτώσεις…

Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2013

Μετά την πατριαρχία, τι;





του Στρατή Γατελούζου

Πολύ συχνά στο αριστερό φεμινιστικό κίνημα γίνεται λόγος για την αποδόμηση της πατριαρχικής οικογένειας και την πάλη για τη συντριβή της πατριαρχίας ως κοινωνικό σύστημα συμβίωσης των ανθρώπων. Πολύ σωστά ο επαναστατικός μαρξισμός συνδέει την πατριαρχία με τον καπιταλισμό, εντοπίζοντας το γεγονός ότι οι καπιταλιστές την αξιοποιούν προς όφελός τους: Η πατριαρχική οικογένεια εξασφαλίζει τη δωρεάν αναπαραγωγή του εργατικού δυναμικού, μέσω της απλήρωτης εργασίας της γυναίκας. Και παράλληλα αποτελεί έναν χρησιμότατο για το σύστημα ιδεολογικό μηχανισμό με σκοπό την επιβολή ιεραρχικών σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους (η μητέρα πρέπει να υπακούει στον πατέρα και τα παιδιά  να υποτάσσονται τους γονείς, ακόμα και αν τα παιδιά είναι πλέον ενήλικα). Μάλιστα οι καπιταλιστές, προτάσσοντας ως απόλυτο δόγμα τον κοινωνικό δαρβινισμό, μας παρουσιάζουν αυτές τις σχέσεις ιεραρχίας ως τις μόνες… φυσιολογικές! Παρεπιπτόντως, κατά τον ίδιο τρόπο  κατηγορούν το σοσιαλισμό ως ένα σύστημα μη συμβατό με τον άνθρωπο, επειδή κατ’ αυτούς “ο άνθρωπος είναι ατομιστής από τη φύση του”.

Για εμάς λοιπόν, τους κομμουνιστές και τις κομμουνίστριες, η πάλη ενάντια στην πατριαρχική οικογένεια είναι ένα από τα κύρια καθήκοντά μας και εντάσσεται στον ευρύτερο αντικαπιταλιστικό αγώνα. Δεν είναι όμως και τόσο ξεκάθαρο τι ακριβώς αντιπροτείνουμε ενάντια στην πατριαρχία. Ταυτίζουμε την οικογένεια με την πατριαρχική οικογένεια; Και άρα είμαστε γενικώς κατά της οικογένειας; Και αν ναι, τότε ποιό είναι το δικό μας πρόταγμα; Η ίδια η λέξη κομμουνισμός σημαίνει «κοινοκτημοσύνη», κάτι που παραπέμπει στην κοινοβιακού τύπου συμβίωση των ανθρώπων. Επομένως θέλουμε να αντικαταστήσουμε την πατριαρχική οικογένεια αποκλειστικά με τα κοινόβια; 

 Όπως ανέφερα και πριν, ο επαναστατικός μαρξισμός παλεύει για τη διάλυση της πατριαρχίας, εξαιτίας των σχέσεων ιεραρχίας και εξουσιαστικής εξάρτησης που αναπτύσσονται σε αυτού του τύπου την οικογένεια. Κατά τη γνώμη μου όμως, αυτό το άκρως καταπιεστικό μοντέλο οικογένειας δεν είναι και το μοναδικό. Στα πλαίσια της οικογένειας είναι δυνατό να αναπτυχτούν σχέσεις αλληλεγγύης και ανιδιοτέλειας στη βάση της ισοτιμίας, οι οποίες όπου και αν αναπτύσσονται, είναι κάτι παραπάνω από επιθυμητές. Επομένως, θεωρώ τον επαναστατικό μαρξισμό απόλυτα συμβατό με κάθε μορφή ισότιμης συμβίωσης, είτε πρόκειται για άνδρα-γυναίκα είτε για δύο ομοφυλόφιλους άνδρες που μεγαλώνουν μαζί τα υιοθετημένα παιδιά τους είτε για διευρυμένες μορφές οικογένειας (δύο στρέιτ ζευγάρια μαζί, ένα στρέιτ και ένα γκέι ζευγάρι μαζί, δύο γκέι ζευγάρια – ένα ανδρικό και ένα γυναικείο, οικογένεια των τριών κλπ). Παραδείγματα τέτοιου τύπου οικογενειών υπάρχουν ήδη - όχι συχνά, αλλά υπάρχουν. Πχ σύντροφος από τη Βρετανία μου μίλησε για μια οικογένεια δύο ομοφυλόφιλων ανδρών και δύο λεσβιών που μεγαλώνουν μαζί τα παιδιά τους  Επίσης, έχω βρει στο www.silverdaddies.com προφίλ 3 ομοφυλόφιλων ανδρών επίσης στη Βρετανία, που συμβιώνουν σε μακροχρόνια σχέση μεταξύ τους. Η συμβίωση είχε αρχικά ξεκινήσει μεταξύ των 2  (45 και 55 χρόνων) και στη συνέχεια προστέθηκε και τρίτος (35 χρόνων). Οι 3 τους έφτιαξαν το προφίλ, καθώς επιθυμούσαν και τέταρτο άνδρα στην οικογένειά τους.


Αυτού του τύπου οι διευρυμένες μορφές οικογένειας έχουν σαφέστατα κοινοβιακά στοιχεία. Δεν αποτελούν όμως κοινόβιο. Οικογένεια είναι  ένα σύνολο ατόμων που συγκατοικούν και είναι δυνατόν να χωρέσουν σε ένα - μικρό ή μεγάλο – σπίτι. Πχ. 2, 3, 4, 6, 8 ενήλικες, με ή χωρίς παιδιά, που μπορεί να έχουν όλοι (οι ενήλικες εννοείται) μεταξύ τους σεξουαλικές σχέσεις, αλλά μπορεί και όχι. Αντίθετα, η συγκατοίκηση τύπου κοινόβιο, πχ 30 ατόμων, γίνεται να υπάρξει μόνο σε συνθήκες ενός ολόκληρου πολυόροφου κτιρίου ή πολλών γειτονικών σπιτιών.

Το ξεπέρασμα της πατριαρχικής οικογένειας λοιπόν, δε θα είναι μόνο τα κοινόβια, αλλά οποιουδήποτε τύπου ισότιμη συμβίωση, 2 ή περισσότερων ενηλίκων. Αν και η οικογένεια έχει de facto ταυτιστεί με την πατριαρχία, δεν μπορούμε να τη θεωρήσουμε επί της αρχής μια αντιδραστική μορφή συμβίωσης. Το κριτήριο δεν είναι ο αριθμός των ανθρώπων που συμβιώνουν, αλλά οι σχέσεις που αναπτύσσουν μεταξύ τους. Οι δομές συμβίωσης μικρού αριθμών ανθρώπων μπορούν να είναι εξίσου αλληλέγγυες και ανιδιοτελείς, όπως ακριβώς και στα κοινόβια. Ακόμα και στα πλαίσια του στρατηγικού μας στόχου, δηλαδή του κομμουνισμού, η συμβίωση ενός και μόνου ετερόφυλου ή ομόφυλου ζευγαριού δε θα πρέπει να θεωρείται «κατώτερη» ή κατακριτέα. Αρκεί βέβαια το ζευγάρι να ξεφύγει από την κακώς νοούμενη ιδιωτικότητα και την εξατομίκευση που προτάσσει ο καπιταλισμός και ειδικά η καθαρή (νέο)φιλελεύθερη εκδοχή του. Δεν αρκούν οι σχέσεις αλληλεγγύης, εάν περιορίζονται μόνο εντός της οικογένειας, της οποίας τα μέλη βλέπουν τις υπόλοιπες οικογένειες ως ανταγωνιστές. Το μοντέλο οικογένειας τύπου Θάτσερ είναι για μας εντελώς απάνθρωπο, καθώς απομονώνει τον άνθρωπο από την κοινωνία[1].

Επίσης, η υπέρβαση της πατριαρχίας δε σημαίνει απαραίτητα και την υπέρβαση της μονογαμίας. Οι άνθρωποι μπορούν να κινηθούν στα πλαίσια μιας μεγάλης γκάμας που συμπεριλαμβάνει την απόλυτη μονογαμία, την κλειστού τύπου πολυγαμία (σχέσεις των 3 ή και περισσότερων) και την ελεύθερη πολυγαμία. Καμία από αυτές τις σχέσεις δεν πρέπει να θεωρείται ιδανικότερη ή ανώτερη από τις άλλες. Σε τελική ανάλυση, το κυριότερο επαναστατικό μαρξιστικό κριτήριο είναι η  υπεράσπιση της συναίνεσης. Κάθε μορφή συμβίωσης είναι αποδεκτή/επιθυμητή, αρκεί να συναινούν όσες και όσοι συμβιώνουν. Μετά την πατριαρχία λοιπόν, οι άνθρωποι θα είναι ελεύθεροι να συμβιώνουν όπως εκείνοι επιθυμούν! Αξίζει να το παλέψουμε!





[1] «Δεν υπάρχει κοινωνία. Υπάρχουν μόνο άτομα, άνδρες και γυναίκες, και οικογένειες».  Μ. Θάτσερ

Από το Νέο Δελχί στην Ξάνθη: ένας βιασμός δρόμος


της Λίνας Φιλοπούλου

Αφορμές για να ξανασυζητήσουμε για το φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών μάς δόθηκαν αρκετές τους τελευταίους μήνες. Δε μας δόθηκαν μόνο από μια τριτοκοσμική χώρα σαν την Ινδία, μας δόθηκαν και από μια ευρωπαϊκή χώρα σαν την Ελλάδα, αλλά και από άλλες «πολιτισμένες» γωνιές της γης.

Ο ομαδικός βιασμός της Ινδής φοιτήτριας τον περασμένο Ιανουάριο μέσα σε λεωφορείο υπήρξε μία από τις πιο συγκλονιστικές ειδήσεις που έκανε το γύρο του κόσμου. Αν και στην Ινδία κάθε 20 λεπτά μια γυναίκα δέχεται σεξουαλική κακοποίηση, με τους βιασμούς να έχουν σημειώσει μεγάλη αύξηση τα τελευταία χρόνια, σε μια χώρα που δεν υπάρχει νόμος για την καταπολέμηση κάθε μορφής βίας κατά των γυναικών, οι Ινδοί δεν έκλεισαν τα μάτια απέναντι σε ένα τόσο ειδεχθές έγκλημα. Το γεγονός αυτό στάθηκε έναυσμα για ένα μαζικό γυναικείο κίνημα που διοργάνωσε μαζικές διαδηλώσεις με συμμετοχή και φοιτητών/τριών, και όχι μόνο στην Ινδία. Με απόφαση του δικηγορικού συλλόγου της περιφέρειας που δικάζονται οι κατηγορούμενοι, κανείς δικηγόρος δεν αναλαμβάνει την υπεράσπισή τους, γιατί το θεωρούν αντιδεοντολογικό.

Σε μια άλλη γωνιά της γης όμως, στην οποία έχουμε στραμμένα τα βλέμματά μας με αγωνία τα τελευταία 2 χρόνια, τα νέα δεν είναι και τόσο καλά. Στην Αίγυπτο, η οποία βρίσκεται σε μια επαναστατική διαδικασία, με τον κόσμο να συνεχίζει να διεκδικεί δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη, η σεξουαλική παρενόχληση και ο βιασμός χρησιμοποιούνται σαν όπλο κατά των διαδηλωτριών στην πλατεία Ταχρίρ, που δικαιολογούνται ως αποτέλεσμα της «ανάρμοστης» συμπεριφοράς τους. 

Ο βιασμός της νεαρής γυναίκας τα περασμένα Χριστούγεννα στην Ξάνθη σόκαρε την ελληνική κοινωνία, όχι τόσο – θα τολμούσα να πω – για το βιασμό, αλλά κυρίως επειδή τον ακολούθησε μια άγρια δολοφονία. Αναρωτιέται καμιά, θα αντιμετώπιζε η πολιτεία με σοβαρότητα την καταγγελία του βιασμού από τη νεαρή κοπέλα σε περίπτωση που επιβίωνε ή θα αιωρούνταν η υποψία ότι «τάθελε» και αυτή; Όπως ακριβώς «τάθελε η Βουλγάρα» πριν μερικά χρόνια στην Αμάρυνθο, η οποία βιάστηκε από συμμαθητές της μέσα στο σχολείο; Ωστόσο, στην περίπτωση της Αμαρύνθου επρόκειτο για το λόγο μιας αλλοδαπής μαθήτριας απέναντι στο λόγο Ελληνόπουλων καλών οικογενειών της τοπικής κοινωνίας. Όπως και για το βιασμό της Πάρου το περασμένο καλοκαίρι τα ΜΜΕ και το πανελλήνιο δε δίστασαν να φωνάξουν «θάνατο στον Πακιστανό». Φώναξαν με χαιρεκακία γιατί επιβεβαιώθηκε ότι όλοι οι ξένοι είναι βιαστές και πρέπει δικαίως να φύγουν από την πολιτισμένη χώρα μας, για να μη μας μολύνουν με τη «βάρβαρη κουλτούρα» τους.

Ο βιασμός όμως της Ξάνθης; Εκεί δεν ακούστηκε ούτε «θάνατος» - αν και κάποιοι είχαν επενδύσει στην πιθανότητα να αποδώσουν το έγκλημα σε «μη Έλληνα» -, ούτε «τάθελε», γιατί στη συνέχεια το θύμα δολοφονήθηκε άγρια. Το νεκρό θύμα είναι ιερό. Αλίμονό της αν είχε επιβιώσει. Θα ζούσε και θα ξαναζούσε το βιασμό της καθημερινά για πολλά χρόνια, ξεκινώντας από το αστυνομικό τμήμα που θα πήγαινε να κάνει την καταγγελία, από την οικογένειά της, τον κοινωνικό της περίγυρο, στο δικαστήριο, όπου μία γυναίκα δικηγόρος θα υπερασπιζόταν τον βιαστή-«μανάβη». Ακριβώς όπως υπερασπίζεται γυναίκα δικηγόρος[1] τον κατά συρροή «βιαστή με την τυρόπιτα» με συνεχείς αναβολές των δικών εδώ και οχτώ χρόνια εις βάρος κάποιων άτυχων γυναικών, που ως τουρίστριες έφτασαν στη χώρα μας, αυτή τη «φιλόξενη» χώρα με αυτόν το «σπουδαίο» πολιτισμό, και έφυγαν αφού γνώρισαν την κουλτούρα όχι των Ελλήνων, αλλά τη διεθνή «κουλτούρα» των βιαστών, και που είναι όμως υποχρεωμένες να επιστρέφουν για να ζουν και να ξαναζούν το βιασμό τους μέχρι να αποδοθεί δικαιοσύνη. Αν δεν υποχωρήσουν. Αν αντέχουν να επιστρέφουν. 

Στην περίπτωση της Ξάνθης η ελληνική κοινωνία βρέθηκε σε πλήρη αμηχανία. Και τώρα τι; Σε ποιο τέρας θα αποδώσουμε αυτό το ειδεχθές έγκλημα; Αφού ο βιαστής-δολοφόνος είναι ένας δικός μας, ένας άνθρωπος της διπλανής πόρτας, ένας Έλληνας. Και στη νεαρή γυναίκα δεν μπορούμε να το αποδώσουμε δυστυχώς, γιατί είναι νεκρή. Αν δεν ήταν, σίγουρα θα μας διευκόλυνε πολύ. Θα ίσχυε για άλλη μία φορά το σύνηθες φαινόμενο της ενοχοποίησης του θύματος βιασμού και της αθώωσης του βιαστή. Αν έφτανε βέβαια να καταγγείλει το βιασμό, λόγω του κοινωνικού στίγματος που επιβαρύνει τα θύματα.

Ας θυμηθούμε και την υπόθεση βιασμού της καμαριέρας από τον πρώην ισχυρό άντρα του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος Καν, ο οποίος τώρα κατηγορείται εκτός από βιαστής και για συμμετοχή σε κύκλωμα μαστροπείας. Κάποιες δεν πέσαμε από τα σύννεφα όταν το διαβάσαμε, κι ας μας είχανε βάλει στο στόχαστρο τότε που υπερασπιζόμασταν την καμαριέρα. 

Σε μια κοινωνία όπου οι ανδροκρατικές σχέσεις και τα πατριαρχικά στερεότυπα είναι το φυσιολογικό, σε μια κοινωνία που η κουλτούρα του βιασμού προωθείται ακόμα και μέσα από τηλεοπτικά σίριαλ (γεγονός για το οποίο το τμήμα φεμινιστικής πολιτικής/ φύλου ΣΥΡΙΖΑ έκανε προσφυγή στο ΕΣΡ), το γυναικείο κίνημα που διαπνέεται από ένα όραμα μιας άλλης κοινωνίας, μιας κοινωνίας ισότητας των φύλων και γυναικείας χειραφέτησης απ’ όλες τις μορφές καταπίεσης τόσο στη δημόσια όσο και στην ιδιωτική σφαίρα, έχει καθήκον να συνεχίζει να διεκδικεί συστηματικά την αυτεπάγγελτη δίωξη γι’ αυτό το κακούργημα απέναντι στην αυτονομία του γυναικείου σώματος και γενικότερα στις γυναίκες, ασκώντας πίεση στις αρμόδιες αρχές να αντιμετωπίζουν τις καταγγελίες των γυναικών με σοβαρότητα για να απονεμηθεί δικαιοσύνη στα θύματα βιασμού.

Ας μην περιμένουμε να συνοδεύεται ο βιασμός από άγρια δολοφονία για να εξοργιστούμε και να εξεγερθούμε. 

Να βάλουμε τώρα ένα τέλος στην ατιμωρησία του βιασμού, αυτού του βάρβαρου κακουργήματος απέναντι στις γυναίκες.

Να δώσουμε τέλος στη συγκάλυψη του βιασμού από τα ΜΜΕ, την πατριαρχική οικογένεια, την υποκριτική κοινωνία, το σεξιστικό σχολείο, τη μισογυνική θρησκεία, το μεροληπτικό δικαστικό σύστημα.

Από το Νέο Δελχί ως την Ξάνθη η γυναικεία καταπίεση και η βία κατά των γυναικών είναι μια πραγματικότητα και ο αγώνας είναι κοινός.  

ΝΑ ΣΠΑΣΟΥΜΕ ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΗ ΣΙΩΠΗ!






[1]Η οποία δυστυχώς είναι στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ, και μάλιστα κεντρικό και επώνυμο, η Ζωή Κωνσταντοπούλου.

Ποσόστωση: Αναγκαιότητα για την κοινωνία της ισότητας ή ένας πρόχειρος πολιτικός συμβιβασμός?


της Τερέζας Βολακάκη

Από την εποχή του Διαφωτισμού, ως θεωρητικό κατασκεύασμα, το δημοκρατικό πολίτευμα ως σύστημα κατανομής εξουσίας προϋποθέτει τη συνύπαρξη πολλών “διαφορετικοτήτων” που έχουν ίσα δικαιώματα έκφρασης και αντιπροσώπευσης στα πλαίσια του πλουραλισμού. Όμως δεδομένου ότι πράγματι η κοινωνία δεν είναι κάτι ομοιογενές, για τη μεγαλύτερη δυνατή εξασφάλιση της ισότητας των υποκειμένων γίνεται μια προσπάθεια άμβλυνσης των ανισοτήτων μέσω μιας ομοιογενοποίησης και όχι αποδοχής του διαφορετικού.

Το φύλο ως βιολογικό γνώρισμα αλλά και κοινωνική κατασκευή, δημιουργεί δύο αδιαμφισβήτητους πόλους μέσα στην κοινωνία, η οποία τους αποδίδει ρόλους που αφορούν κάθε τομέα της ζωής, ιδίως στην πολιτική. Το γνώρισμα αυτό φαίνεται πως δεσμεύει τα άτομα και κυρίως τις γυναίκες, η παρουσία των οποίων είναι ακόμα και σήμερα ισχνή στις εξουσιαστικές δομές. Η ποσόστωση, ευρωπαϊκής προέλευσης προϊόν, εισήχθη στη χώρα μας το 1989 με την προοπτική να επιλύσει το δημοκρατικό έλλειμμα που μάστιζε την ελληνική κοινωνία λόγω μιας εν γένει πατριαρχικής δομής και αντίληψης, που απέτρεπε τη συμμετοχή των γυναικών στα κοινά. Είναι όμως πρόσφορο μέσο για την προώθηση μιας ουσιαστικής δημοκρατίας η ποσόστωση;

Το θεμελιώδες ζήτημα που αναφύεται από αυτό το μέτρο, όπως επισημαίνει και η Μάρω Παντελίδου Μαλούτα στο βιβλίο της “το Φύλο της Δημοκρατίας”, είναι κυρίως η συσχέτιση του φύλου με τη δημοκρατία και η δράση του πολίτη ως έμφυλου υποκειμένου. Ως προς αυτό αρκετοί θεωρητικοί έχουν υποστηρίξει πως για την πραγμάτωση μια ουσιαστικής ισότητας είναι αναγκαίο το άτομο να αποδεσμευτεί από την έμφυλη διάσταση του, διότι σε κάθε περίπτωση η διατήρηση μιας διπολικότητας προάγει την ανισότητα μεταξύ των φύλων. Όπως δηλαδή υποστηρίζουν και κάποιοι ανθρωπολόγοι μια κοινωνία “άφυλη” θα ήταν το ιδανικό, εφόσον το φύλο ως πολιτισμικό στοιχείο προδίδει μια κοινωνική ιεραρχία. Ωστόσο σε μια τέτοια περίπτωση και πάλι το “ασθενές φύλο” θα έβγαινε χαμένο, αφού ιστορικά η έννοια του πολίτη υποκρύπτει έναν ενδογενή ανδροκεντρισμό.

Επίσης ο ανδροκεντρικός χαρακτήρας της έννοιας του πολίτη διαφαίνεται και από το δίπολο δημόσιου-ιδιωτικού χώρου που στην κοινή αντίληψη ταυτίζεται με το άνδρας-γυναίκα. Εφόσον σε μια πατριαρχική κοινωνία κυριότερο καθήκον της γυναίκας είναι η τεκνοποιία, η γυναίκα συνδέεται άμεσα με το ιδιωτικό χώρο και απορρίπτεται η δράση της στο δημόσιο. Έτσι οι γυναίκες πολιτικοί, οι οποίες υιοθετούν ανδρικά πρότυπα ενισχύουν την ανισότητα, αφού οι γυναίκες αποθαρρύνονται να λειτουργήσουν ως τέτοιες στα πλαίσια της πολιτικής διαδικασίας. Με τον τρόπο αυτό ενδυναμώνεται ο ανδροκεντρικός χαρακτήρας της δημοκρατίας και η γυναίκα καθίσταται άνθρωπος δεύτερης κατηγορίας.

Παράλληλα νευραλγικής σημασία είναι και το ζήτημα της συμμετοχής και όχι απλά της αντιπροσώπευσης των γυναικών στα κοινά. Είναι γεγονός ότι το νεοφιλελεύθερο μοντέλο του σύγχρονου αστικού κράτους αποδέχεται τη μη συμμετοχή όλων των κοινωνικών ομάδων (νέων, ηλικιωμένων, μεταναστών, ομοφυλοφίλων), μεταξύ των οποίων και οι γυναίκες. Μόνη η επιβολή της αντιπροσώπευσης και παρουσίας (απλής φυσικής παρουσίας των γυναικών) στο Κοινοβούλιο δεν αποτελεί λύση στο πρόβλημα αν δεν τους δίνεται ο λόγος και ευκαιρίες. Επιπλέον είναι σαφές πως με τον τρόπο αυτό οι γυναίκες πολιτικοί καθίστανται εκπρόσωποι μια κοινωνικής ομάδας με μια ιδιαίτερη βιολογική και κοινωνική μειονεξία. Ως εκ τούτου τέτοιου είδους θετικά μέτρα για την προαγωγή της ισότητας των φύλων αφενός μεν εντείνουν την ανισότητα, αφετέρου δε καθιστούν τους βουλευτές εκπροσώπους του φύλου τους, κάτι που εν τοις πράγμασι δεν είναι εφικτό αφού τα φύλα είναι ευρείες και ετερόκλητες κοινωνικές ομάδες.

Όμως ας μην παραγνωρίζουμε το σκοπό του θετικού αυτού μέτρου, ο οποίος είναι η πραγμάτωση της συνταγματικά κατοχυρωμένης αρχής του κοινωνικού κράτους δικαίου για την ουσιαστική ισότητα των φύλων στα πλαίσια της πολιτικής διαδικασίας. Παράλληλα, όχι η απλή αλλά η ίση συμμετοχή των γυναικών θα σήμαινε τη συνολική αμφισβήτηση της υπάρχουσας κοινωνικής δομής.
Οι πολέμιοι του μέτρου προτάσσουν τόσο το δικαίωμα ελεύθερης επιλογής του ατόμου για το αν θα μετάσχει στα κοινά, όσο και την αρχή της αξιοκρατίας. Τα επιχειρήματα αυτά αμφότερα κινούνται στην σφαίρα της θεωρίας και δεν αγγίζουν σε καμία περίπτωση την πραγματική ζωή. Όσον αφορά το δικαίωμα όλων των πολιτών να συμμετέχουν στην πολιτική διαδικασία, αναδεικνύεται το πόσο έχουν όλοι τη δυνατότητα να ασκούν αυτό τo δικαίωμά τους. Επίσης είναι φανερό πως σχεδόν σε κάθε τομέα της ανθρώπινης ζωής για να ανελιχθεί μια γυναίκα σε ηγετικές θέσεις πρέπει να υπερέχει κατά πολύ των αρρένων ανταγωνιστών της, λόγω των κοινωνικών φραγμών που την περιορίζουν στις οικογενειακές και εργασιακές υποχρεώσεις της, πολλώ δε μάλλον σε πολιτικό επίπεδο.

Εξ'αυτών αναδύεται η ανάγκη για επιβολή μέτρων άμβλυνσης των ανισοτήτων. Το ζήτημα δεν είναι η αποδόμηση του φύλου αλλά η αποδοχή, αναγνώριση και συμμετοχή αυτού στην πολιτική διαδικασία. Φυσικά ένα θετικό μέτρο από μόνο του δεν μπορεί να αποτελέσει πανάκεια, μπορεί όμως να γίνει το εφαλτήριο τόσο για την προσέλκυση περισσότερων γυναικών στην συμμετοχή στα κοινά, όσο και για μια γενικότερη αλλαγή αντίληψης της κοινωνίας. Κάθε αριστερή συλλογικότητα που μάχεται για το σοσιαλισμό μέσω των αρχών της ελευθερίας και της δημοκρατίας οφείλει να αντίκειται σε συντηρητικές λογικές που αφήνουν κοινωνικές ομάδες εκτός πολιτικής διαδικασίας. Αυτό σημαίνει πως για την πραγμάτωση μια ουσιαστικής δημοκρατίας είναι αναγκαία η χειραφέτηση των γυναικών, ως καταπιεσμένης κοινωνικής ομάδας, κάτι που όχι μόνο θα αμβλύνει την ανισότητα μεταξύ των φύλων, αλλά ενδεχομένως θα δράσει απελευθερωτικά και για άλλες καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες προωθώντας τη ριζοσπαστική μετάλλαξη της ίδιας της Δημοκρατίας.

Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2013

Γιατί ο αγώνας για τα δικαιώματα των γυναικών και των λοατ είναι βασικό καθήκον των επαναστατών/τριών;

της Κικής Σταματόγιαννη
(από το τεύχος 2 του περιοδικού "Γρανάζι" των νέων του Κόκκινο, Σεπτέμβριος - Οκτώβριος 2013)

Έγραψε κάποτε ο Τρότσκι: «Για να μπορέσεις να αλλάξεις τον κόσμο, πρέπει πρώτα να τον δεις μέσα από τα μάτια των γυναικών»[1]. Αυτό δεν σήμαινε ότι οι γυναίκες διαθέτουν κάποια ιδιαίτερη ή μυστηριακή αντίληψη του κόσμου, αλλά ότι κουβαλούν διπλό βάρος στην κοινωνία. Πρέπει και να κερδίζουν τη ζωή τους δουλεύοντας και να έχουν την ευθύνη της ανατροφής των παιδιών και της οικογένειας συνολικότερα. Και κανένα κίνημα καταπιεσμένων, πολύ περισσότερο το κομμουνιστικό κίνημα, δεν μπορεί να έχει ελπίδες επιτυχίας, αν δεν δει τις προτεραιότητές του με τα μάτια του πιο αδικημένου κομματιού των «από τα κάτω».

Το έργο των επαναστατών/τριών δεν είναι μόνο να εκφράσουν τα συμφέροντα της εργατικής τάξης, που είναι η τάξη «κλειδί» για το τσάκισμα του καπιταλισμού, αλλά να εκφράσουν την πάλη, τον αγώνα του κάθε καταπιεσμένου για μια κοινωνία ισοτιμίας και ελευθερίας. Η κάθε καταπιεσμένη κοινωνική κατηγορία, οι γυναίκες, οι εθνικές μειονότητες, τα λοατ[2] άτομα, μπορεί να βρει την απελευθέρωσή της, μόνο εάν απελευθερωθεί και η εργατική τάξη συνολικά.

Τι το ξεχωριστό, όμως, έχει η εργατική τάξη και μπορεί να βοηθήσει όλους αυτούς; Δεν είναι οι εργαζόμενοι πολύ συχνά σεξιστές, ομοφοβικοί, ρατσιστές ή εθνικιστές;

Η εργατική τάξη στην προσπάθειά της να απελευθερωθεί από την εκμετάλλευση είναι υποχρεωμένη να δράσει συλλογικά. Ακόμα κι αν σε έναν κλάδο/χώρο δουλειάς απαλλαγεί από τα αφεντικά (κλασικό παράδειγμα ο αγώνας των εργαζομένων στη ΒΙΟΜΕ στη Θεσσαλονίκη), δεν μπορεί ο κάθε εργαζόμενος να πάρει ένα κομμάτι της επιχείρησης, να το πουλήσει και να φύγει – πρέπει να το δουλέψουν όλοι μαζί. Και για να αντιμετωπίσουν την επίθεση των αφεντικών και του κράτους τους οι εργάτες είναι υποχρεωμένοι να λογαριαστούν συνολικά με την κρατική εξουσία, να την τσακίσουν και να εγκαταστήσουν στη θέση της την εξουσία των εργαζομένων, όπου όλοι αποφασίζουν και όλοι αναλαμβάνουν να υλοποιήσουν ό,τι αποφάσισαν.

Οι εργάτες πολύ συχνά είναι σαν άτομα κάθε άλλο παρά τα ιδανικά παραδείγματα απελευθερωτικής συμπεριφοράς, και συχνά αναπαράγουν στο λόγο τους όλες τις καθυστερημένες απόψεις, που είναι οι ιδέες της κυρίαρχης τάξης της κοινωνίας. Όμως, η εργατική τάξη όταν κινείται και παλεύει, δρα εντελώς αντίθετα σ’ αυτές τις ιδέες και δημιουργεί το πλαίσιο για να μπορέσουν και όλοι οι άλλοι καταπιεσμένοι να βρουν το δρόμο της απελευθέρωσής τους.

Μπορούν οι γυναίκες ή τα λοατ άτομα να αλλάξουν την κοινωνία από μόνα τους;

Κάθε φορά που όλες οι γυναίκες προσπάθησαν να εκφράσουν τα αιτήματα του φύλου τους ή τα λοατ άτομα τα αντίστοιχα δικά τους, βγήκε στην επιφάνεια ότι ούτε τα αιτήματα τελικά είναι κοινά ούτε -πολύ περισσότερο- τα συμφέροντα. Όσο και αν γίνεται προσπάθεια να κρυφτούν οι ταξικές διαφορές και διαιρέσεις, τόσο αυτές επανέρχονται με κάθε αφορμή. Για παράδειγμα, βασικό αίτημα για τις γυναίκες των μικροαστικών στρωμάτων των ΗΠΑ της δεκαετίας του ’80 (γιατροί, αρχιτεκτόνισσες, δικηγόροι) ήταν η απόλυτη επαγγελματική ισότητα με τους άνδρες. Γι’ αυτό και το γυναικείο κίνημα στις ΗΠΑ πιέζει τους βουλευτές και τους γερουσιαστές για νόμους που κατοχυρώνουν την απόλυτη ισότητα αμοιβών και ευκαιριών. Την ίδια στιγμή για τις φτωχές μαύρες των γκέτο, απαιτούνταν θετικές διακρίσεις, ώστε να μπορέσουν σε πρώτη φάση να βγουν από τις φτωχοσυνοικίες των αμερικανικών πόλεων διεκδικώντας κάτι καλύτερο. Οι φεμινιστικές οργανώσεις στις ΗΠΑ, βρέθηκαν στο απέναντι χαράκωμα με τις μαύρες και πορτορικανές στο ζήτημα των θετικών διακρίσεων. Αντίστοιχα, ένας άνεργος ή χαμηλόμισθος ομοφυλόφιλος έχει διαφορετικές προτεραιότητες και συχνά διαφορετικές διεκδικήσεις σε σχέση με έναν εύπορο ομοφυλόφιλο.      

Για τις γυναίκες και τα λοατ άτομα ο θεσμός της ετεροκανονικής πατριαρχικής οικογένειας[3] είναι η ρίζα της πραγματικής καταπίεσής τους. Τι σημαίνει όμως η ετεροκανονική οικογένεια για τον καπιταλισμό; Τον ιδανικότερο τρόπο για να αναπαραχθεί η εργατική τάξη, χωρίς οι καπιταλιστές να ξοδέψουν. Ατέλειωτες ώρες απλήρωτης εργασίας για τις γυναίκες, ανάληψη ευθύνης για φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων. Όσον αφορά τους λοατ, περιθωριοποίηση, καθώς μόνο η ετεροκανονική οικογένεια που παράγει απογόνους, είναι η μόνη κοινωνικά αποδεκτή συμβίωση.

Άρα, ο μόνος τρόπος και δρόμος για την πραγματική απελευθέρωση και χειραφέτηση είναι η κατάργηση του θεσμού της οικογένειας, που μπορεί να γίνει μόνο στον κομμουνισμό, γιατί τότε δεν θα υπάρχει μια κοινωνική τάξη, όπως οι καπιταλιστές, που θα βγάζουν κέρδη από την καταπίεση των γυναικών και την περιθωριοποίηση των λοατ. Παράλληλα,  και ο θεσμός της οικογένειας, που δεν υπήρχε πάντα και δεν είναι καθόλου φυσικό να υπάρχει για πάντα, θα σβήσει, για να δώσει τη θέση του σε άλλες κοινωνικές δομές.

Ενώνουμε τη φωνή μας με όλους τους από τα κάτω: Η νίκη της εργατικής τάξης μπορεί να είναι πραγματική, μόνο αν μεταφράζεται σε ένα πανηγύρι όλων των καταπιεσμένων. 

Κ.Σ.        





[1] «Προβλήματα της καθημερινής ζωής», Λ. Τρότσκι.
[2] Λεσβίες, Ομοφυλόφιλοι, Αμφιφυλόφιλοι, Τρανς (“εξελληνισμένος” όρος του lgbt: lesbian, gay, bi, trans)
[3] Πρόκειται για την οικογένεια που σχηματίζει ένα -αποκλειστικά- ετερόφυλο ζευγάρι.

Δευτέρα 15 Ιουλίου 2013

Από το Pride Festival μέχρι την ΕΡΤ3, αγώνας για ισότητα και δημοκρατία!


2ο Thessaloniki Pride


της Κικής Σταματόγιαννη
(από το τεύχος 55 του "Κόκκινο", Ιούλιος 2013)

Τι είναι αυτό που θα θυμούνται όλοι όσοι συμμετείχαν στο φετινό Pride Θεσσαλονίκης; Τις πολλές χιλιάδες κόσμου που πλημμύρισαν τους κεντρικούς δρόμους της πόλης; Τον διεκδικητικό του χαρακτήρα; Τα ευφυέστατα συνθήματα; Τον ενθουσιασμό και τη ζωντάνια του; Την ανοιχτή εκδήλωση για το φασισμό;  Την πολύ καλή παράσταση του ΚΘΒΕ σε ποίηση Κ.Καβάφη; Σίγουρα είναι όλα τα παραπάνω. Αν όμως κάποιος σταθεί επίμονα πάνω από τις φωτογραφίες, με την ασφαλή απόσταση των 20 ή 30 χρόνων, ποια είναι εκείνη η φωτογραφία που θα τραβήξει το βλέμμα του; Ποια είναι εκείνη η στιγμή που σημάδεψε το φετινό Pride και του προσέδωσε έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, τόσο ξεχωριστό από πολλά άλλα αντίστοιχα Φεστιβάλ Υπερηφάνειας;

Το βλέμμα στέκεται, λοιπόν, σε μια μάλλον κακοτραβηγμένη φωτογραφία, από τις πολλές που τραβήχτηκαν κατά τη διάρκεια της πορείας. Γιατί όμως είναι ιδιαίτερη; Γιατί όσο κι αν εδώ δε μας βοηθάει η φωτογραφία, οι φωνές που διεκδικούν ισότητα, σεβασμό και αποδοχή ενώνονται με τις φωνές για δημοκρατία και για εργατικά δικαιώματα. Η φωτογραφία αυτή αποτυπώνει μία από τις σπάνιες εκείνες στιγμές, που τα επιμέρους κινήματα των καταπιεσμένων, των ανθρώπων « από τα κάτω» ενώνονται σε κάτι μεγαλύτερο, ευρύτερο, που τους αγκαλιάζει όλους.

Με πρωτοβουλία της HOMOphonia  και τη στήριξη μερικών αριστερών και αντιεξουσιαστικών δυνάμεων της πόλης, ένα τμήμα της πορείας άφησε για λίγο τα πυροτεχνήματα και το συναυλιακό χώρο στο Λευκό Πύργο, για να συνεχίσει προς το κατειλημμένο κτίριο της ΕΡΤ3 στη Λεωφόρο Στρατού. Κίνηση συμβολική, αλλά ταυτόχρονα πολύ ουσιαστική. Συμπαράσταση στον αγώνα ενάντια στο κλείσιμο της ΕΡΤ και τη απόλυση χιλιάδων εργαζομένων, επίδοση ψηφίσματος  συμπαράστασης στους απολυμένους τεχνικούς και δημοσιογράφους, συνένωση των φωνών διεκδίκησης. Ο ενθουσιασμός με τον οποίο μας υποδέχτηκαν οι -εκείνη την ώρα- λίγες εκατοντάδες αλληλέγγυοι, η συγκίνηση με την οποία διαβάστηκε από μικροφώνου το ψήφισμα συμπαράστασης, τα χειροκροτήματα, τα συνθήματα, είναι πράγματα που δεν μπορούν να χωρέσουν σε λέξεις. Όχι τουλάχιστον χωρίς να χρειάζεται να επανευρεθεί λεξιλόγιο κατάλληλο γι’ αυτό!

Με πρωτοβουλία μιας λόαδ συλλογικότητας, που έχει δώσει τον κινηματικό τόνο και τη διάσταση της μαχητικής διεκδίκησης σε ολόκληρο το λοαδ κίνημα της Θεσσαλονίκης, έγινε πράξη αυτό που διαβάζουμε στα θεωρητικά μας μαρξιστικά εγχειρίδια, αλλά δεν έχουμε πολλές φορές την ευτυχία να το ζήσουμε. Ο επιμέρους αγώνας να γίνεται αγώνας των πολλών. Τα επιμέρους αιτήματα ενός μερικότερου κινήματος να γίνονται υπόθεση των πολλών. Το αίτημα για αποδοχή και σεβασμό της «διαφορετικότητας» να γίνεται υπόθεση αυτών που παλεύουν ενάντια στον εργασιακό μεσαίωνα, ενάντια στις απάνθρωπες μνημονιακές πολιτικές και αντίστροφα.

Οι 7.500 που πορεύτηκαν μαζί μας, αφήφησαν τα κηρύγματα μίσους, τις 20.000 υπογραφές ενάντια στη διεξαγωγή του Thessaloniki Pride, τις θλιβερές συγκεντρώσεις ελάχιστων χριστιανών ορθόδοξων που οργάνωση η μητρόπολη Θεσσαλονίκης, αφήσησαν όλα αυτά που πισωγυρίζουν την κοινωνία σε εποχές μεσαίωνα. Οι 7.500 άνθρωποι ωστόσο, που πορεύτηκαν μαζί μας, δεν κατέβηκαν στο δρόμο μόνο γι ‘αυτό. Ένιωσαν ότι υπάρχουν πράγματα που μπορούν να μας ενώσουν, λοαδ και στρέιτ, σε μια κοινή πορεία διεκδίκησης αξιοπρεπούς ζωής, που μπορεί να μας έρθει μόνο μέσω της ρήξης. Μόνο μέσω της νίκης σε ένα μειοψηφικό μεν ζήτημα, αλλά καρφί στα πλευρά του αντιπάλου, μπορεί να μπει φρένο στην ολοκληρωτική οπισθοδρόμηση. Γι’ αυτό και το 2o Thessaloniki Pride θα μπορούσε να θεωρηθεί νίκη. Νίκη των δυνάμεων της προόδου έναντι του συντηρητισμού. Νίκη δική μας, του κινήματος, απέναντι στους ταγούς του συστήματος.

Αφήνουμε πίσω μας το 2ο Thessaloniki Pride, ξέρουμε όμως πως έχουμε στο πλάι μας όλους και όλες που αφέθηκαν να μαγευτούν από τα λόγια του διαχρονικού Καβάφη, που στάθηκαν ξεκάθαρα απέναντι στο σκοταδισμό του φασισμού που επιχειρεί να σηκώσει κεφάλι, που διασκέδασαν, που πορεύτηκαν διεκδικώντας ισοτιμία, αποδοχή, σεβασμό, δημοκρατία.

Συνεχίζουμε δυναμικά μέχρι την κατάκτηση του αυτονόητου: την εξάλειψη της καταπίεσης λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου. Συνεχίζουμε δυναμικά μέχρι όλα αυτά τα φράγματα που έχουν στηθεί για τη συντήρηση ενός άδικου και καταπιεστικού συστήματος να αποτελούν απλώς μια σκοτεινή περίοδο της ανθρώπινης ιστορίας. Μια περίοδο που η ανθρώπινη θύμηση του μέλλοντος, ενός μέλλοντος που προσπαθούμε από τώρα να χτίσουμε, θα έχει απωθήσει σε μια υποπαράγραφο ενός μικρού κεφαλαίου - όπως συμβαίνει άλλωστε με όλες τις υποσημειώσεις

Απ’ τη Θεσσαλονίκη καλά να ακουστεί,
γκέι και στρέιτ παλεύουμε μαζί!

ΥΓ. Τόσο ο τίτλος όσο και η κατακλείδα του είναι συνθήματα που ακούστηκαν κατ’ επανάληψη κατά τη διάρκεια της πορείας. 

Δευτέρα 10 Ιουνίου 2013

Το gay chat δε λειτουργεί λόγω… περιφοράς του επιταφίου

Στάλθηκε στο e-mail μας…




του Σ.Π.
(από το τεύχος 2 του "lgbt-Κόκκινο", Ιούνιος 2013)

Δεν είμαι εκ των πλέον "ορατών" στην κοινότητα των ομοφυλοφίλων, βρίσκομαι όμως σε ένα καλό δρόμο. Θα ήταν δε άνευ λόγου η υπερέκθεση των ακτιβιστών της κοινότητάς μας, αν εμείς οι υπόλοιποι πληρούσαμε τις στοιχειώδεις προϋπόθεσεις για την αποδοχή μας από την κοινωνία. Φαίνεται ότι η εικόνα μας προς τα “έξω” και η “αυτοεικόνα” μας είναι δύο διακριτά πράγματα, ενώ στην πραγματικότητα είναι αλληλένδετα και δεν περιορίζονται στο “τι κάνουμε στο κρεβάτι μας”· ακούγεται συχνά αυτή η έκφραση ως κάτι θετικό, ενώ αποτελεί απότοκο μιάς περασμένης εποχής η οποία τείνει να επανέλθει και που όχι μόνο δεν σεβόταν την προσωπική ζωή του ατόμου, αλλά και παρενέβαινε σε αυτή ακόμη και με “ηθικο”-θρησκευτικά κριτήρια. Ειδικά λοιπόν στην κρίσιμη εποχή μας, όπου ανασύρονται όλες οι θεωρίες δαιμονοποίησης του διαφορετικού, ας αναλογιστούμε: Τι τελικά κερδίσαμε από ένα “σύστημα” που εμπορευματοποίησε την σεξουλικότητά μας, και που ρέπει επικίνδυνα προς τον εκφασισμό;

Πρώτιστης σημασίας θέμα είναι αν αυτή η πρόσκαιρη ίσως ανοχή της οποίας τυγχάναμε σήμαινε και την αληθινή μας αποδοχή. Μήπως κι εμείς οι ίδιοι απλώς υπομένουμε ως ένα αναγκαίο κακό ένα τόσο κομβικό σημείο της προσωπικότητάς μας; Τα “σημαίνοντα” πρόσωπα και οι φορείς της κοινότητας στηρίζουν την προσπάθειά μας να αναπτύξουμε την αυτοεκτίμηση; Προσπαθώντας να συμβάλω στη συζήτηση, αναφέρω μια προσωπική μου εμπειρία: προ ολίγων ημερών, κατά την περιφορά του επιταφίου εγώ επέλεξα να μείνω στο σπίτι. Όταν συνδέθηκα στο chat του site www.gayhellas.gr, πληροφορήθηκα ότι οι υπεύθυνοι είχαν μπλοκάρει την δυνατότητα όλων των χρηστών να στέλνουν μηνύματα στο main -παρά μόνον ιδιωτικά στον καθένα- λόγω της ημέρας -στην ουσία της ώρας, γιατί επρόκειτο για ολιγόωρο περιορισμό, προφανώς μέχρι να τελειώσει η περιφορά. Με τον τρόπο αυτό όμως δεν υπονοείται σαφώς ως μιαρή η επιθυμία μας; Όταν πρόκειται για την διαχείριση ενός gay chat, το μεγαλύτερο ίσως θέμα, πέραν του τι είμαστε έτοιμοι να "ξεπουλήσουμε" προκειμένου να εξαγοράσουμε την ανοχή των πλέον συντηρητικών συμπολιτών μας, είναι ποιό μήνυμα έλαβαν εκείνες τις λίγες ευτυχώς ώρες όσα ενδεχομένως ευάλωτα νέα παιδιά ή και ανασφαλείς μεγαλύτεροι άνθρωποι μπήκαν για να επιδιώξουν μια ερωτική γνωριμία και αντ’αυτής έλαβαν την "πέτρα του αναθέματος".

Μήπως λοιπόν να κοιτούσαμε και αυτό το θέμα, παράλληλα με το επίσης σπουδαίο θέμα του δικαιώματός μας στον πολιτικό γάμο; Αν δεν αγαπήσουμε τον εαυτό μας, είναι δυνατό να συνάψουμε με τους συντρόφους μας υγιείς και βασισμένες στην αγάπη γαμήλιες σχέσεις;

30ο Camp Νέων της 4ης Διεθνούς: LA RIVOLUZIONE SARA SEXUALE!





της Χρυσάνθης Μούρτη και του Δημήτρη Λουπέτη
(από το τεύχος 2 του "lgbt-Κόκκινο", Ιούνιος 2013)

 Κάθε καλοκαίρι εδώ και 30 χρόνια διοργανώνεται σε διαφορετική χώρα το κάμπινγκ νέων της 4ης διεθνούς. Φέτος θα διεξαχθεί στην Ελλάδα, στους Μολοσσούς Ιωαννίνων, από τις 3 έως τις 9 Αυγούστου. Ένα κάμπινγκ νεολαίας διαφορετικό από αυτά που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε, καθώς σε αυτό συναντιούνται νέοι και νέες –και όχι μόνο!- από όλες τις γωνιές του κόσμου με στόχο να συζητήσουν και να ζυμωθούν πάνω σε ζητήματα του επαναστατικού μαρξισμού, τόσο στο επίπεδο της θεωρίας όσο και στο επίπεδο της εφαρμογής του στη σύγχρονη συγκυρία διεθνώς. Το κάμπινγκ είναι αυτοργανωμένο, πράγμα που σημαίνει ότι όλες τις λειτουργίες του (καθάρισμα των χώρων, βάρδιες στο μπαρ, περιφρούρηση του χώρου κ.ο.κ.) τις αναλαμβάνουν με εναλλαγή οι διάφορες αποστολές, ενώ φτάνει κάθε χρόνο περίπου τις 500 συμμετοχές. Διαρκεί 7 ημέρες, από τις οποίες η κάθε μία είναι αφιερωμένη σε μία από τις παρακάτω θεματικές: «Οικονομική κρίση, ιμπεριαλισμός και πόλεμος», «Νεολαία, εργατική τάξη και κοινωνικά κινήματα», «Πολεμώντας την πατριαρχική καταπίεση», «Οικολογική κρίση και οικοσοσιαλισμός», «Αντιφασισμός και αντιρατσισμός», «Για μια επαναστατική στρατηγική».


Μέσα στο κάμπινγκ λειτουργεί σταθερά ανεξάρτητος LGBT χώρος, όπως και γυναικείος χώρος. Ο LGBT χώρος έχει δικό του μέρος και ώρα μέσα στο κάμπινγκ με ανεξάρτητες συζητήσεις και δράσεις και είναι ανοιχτός προς όλες και όλους. Στόχος του χώρου αυτού είναι να μπορέσει να φέρει κοντά όσους και όσες θέλουν να ενεργοποιηθούν σε σχέση με ζητήματα φύλου, σεξουαλικότητας και σεξουαλικού προσανατολισμού, να ανοίξει τη συζήτηση γύρω από τέτοιου είδους καταπιέσεις και να θέσει κάποια στοιχεία σχετικά με την αυτοργάνωση τέτοιου είδους κινημάτων. Στο φετινό κάμπινγκ πέρα από δράσεις που στοχεύουν στην αποποινικοποίηση και επανοικειοποίηση του σώματος θα συζητηθούν θέματα όπως οι διεκδικήσεις των LGBT κινημάτων, ο ρόλος της εκπαίδευσης στην κατασκευή της ετεροκανονικότητας, οι LGBT «πρόσφυγες», ενώ είναι προγραμματισμένη και συνάντηση του LGBT και του γυναικείου χώρου.

Η αποκορύφωση των δράσεων του LGBT χώρου είναι το θεματικό LGBT πάρτυ του κάμπινγκ, στο οποίο όλοι και όλες καλούνται να σπάσουν τα ομοφοβικά ταμπού και να εξερευνήσουν πτυχές της σεξουαλικότητάς τους μέσα από την αποδόμηση των προτύπων ομορφιάς και από διαφόρων ειδών παιχνίδια. Το LBGT πάρτυ, μάλιστα, πραγματοποιείται μία μέρα μετά το γυναικείο πάρτυ, το οποίο έχει αντίστοιχο στόχο να φέρει τις γυναίκες σε ένα χώρο διασκέδασης μακριά από τα καταπιεστικά βλέμματα μιας πατριαρχικής κοινωνίας.

Με βάση όλα τα παραπάνω θεωρούμε ότι η εμπειρία της συμμετοχής και της συνδιαμόρφωσης σε ένα τέτοιο χώρο είναι πολύ σημαντική για τα μέλη του LGBT κινήματος, αλλά και για όλη την αριστερά, καθώς οι καταπιέσεις με βάση το φύλο και το σεξουαλικό προσανατολισμό αποτελούν βασική πτυχή της συνολικότερης καταπίεσης της εργατικής τάξης και οφείλουν να αποτελούν πρωταρχικό κομμάτι της πολιτικής ατζέντας όσων μιλούν εξ ονόματος της τελευταίας.

Όποιος δε μοιραστεί μαζί μας τον αγώνα, θα μοιραστεί την ήττα

Μπ. Μπρεχτ



της Κικής Σταματόγιαννη
(από το τεύχος 2 του "lgbt-Κόκκινο", Ιούνιος 2013)

Για τους ανθρώπους της ΛΟΑΤ κοινότητας σήμερα μοιάζει σαν τα πράγματα να έχουν μείνει ίδια και απαράλλαχτα, όπως τότε που τα έγραφε ο Μπρεχτ. Σαν ο χρόνος που κύλησε έκτοτε ορμητικά στα υδάτινα κανάλια της ιστορίας, οι αγώνες που δόθηκαν και κερδήθηκαν, να μην έχουν παρασύρει τίποτε από προκαταλήψεις, καθυστερημένες ιδέες, ρατσιστικές συμπεριφορές. Σαν η βελόνα να έχει πεισματικά κολλήσει σε μια εποχή όπου η απαγόρευση καθετί «μη κανονικού» να είναι ο σκληρός κανόνας για εκατομμύρια ανθρώπους. Μια εποχή όπου η ελευθερία να σκεφτείς, να εκφραστείς ή να υπάρξεις «διαφορετικά», γίνεται και πάλι επίδικο του παρόντος. Το κρεβάτι του Προκρούστη είναι στημένο ξανά, έτοιμο να υποδεχτεί όποιον υπολείπεται ή περισσεύει.  
Για όποιον δύσπιστο για το κατά πόσο το ΛΟΑΤ ζήτημα αποτελεί ιδεολογική αιχμή για την Αριστερά σήμερα και εάν θα πρέπει να δώσουμε τη μάχη και σε αυτό το επίπεδο, η χρονιά υπήρξε ιδιαίτερα αποκαλυπτική: επιδρομές της αστυνομίας τις νύχτες σε πάρκα όπου άνδρες αναζητούσαν τη συντροφιά άλλων ανδρών, ανοιχτές απειλές που έφταναν σε επιθέσεις και ξυλοδαρμούς σε ανθρώπους της ΛΟΑΤ κοινότητας -τόσο σε Αθήνα όσο και Θεσσαλονίκη-, τα γεγονότα στο Χυτήριο με πρωταγωνιστές τους φασίστες της ΧΑ, προβολή ομοφοβικών διαφημίσεων σε πανελλαδική εμβέλεια, αποβολή μαθήτριας από εσπερινό σχολείο με μόνο δικαιολογητικό την ιδιότητα της τρανς, προσβλητική συμπεριφορά διάκρισης του Παρατηρητηρίου Πρόληψης της Σχολικής Βίας & Εκφοβισμού του Υπ. Παιδείας κατά εκπροσώπου της τρανς κοινότητας, εσωτερικευμένη ομοφοβία και τρανσφοβία ακόμα και μέσα στους κόλπους της ελληνικής αριστεράς και πολλά-πολλά άλλα.  
Απέναντι σε αυτούς που θεωρούν ότι το να ζεις και να εκφράζεσαι ελεύθερα είναι «πολυτέλεια», απαντάμε πως δεν υπάρχει μεγαλύτερος τίτλος τιμής για την Αριστερά από το να παλεύει για αυτές ακριβώς τις «μικρές»-μεγάλες πολυτέλειες. Να γίνεται το μεγάφωνο και ο συλλογικός εκφραστής των προβληματισμών, των σκέψεων και των αιτημάτων όλων εκείνων των ανθρώπων που η πατριαρχική κοινωνία έχει πολύ βολικά -για την ίδια- βάλει στο περιθώριο.   
Η ελευθερία να υπάρξεις ολοκληρωμένος, ως σώμα και ως πνεύμα, αμφισβητείται από φορείς ενός σκοταδιστικού και ανελεύθερου συστήματος με «άρωμα» από το παρελθόν. Το παραπαίον καπιταλιστικό σύστημα σε μια ύστατη προσπάθεια αυτοσυντήρησης επιστρατεύει τις γνωστές «εφεδρείες» του: την εκκλησία, την οικογένεια, την τάξη και ασφάλεια. Από κοντά και οι δημόσιοι εκφραστές τους, διορισμένοι θεματοφύλακες των «ηθικών αξιών» μιας κοινωνίας που βρίσκεται στα όρια της αποσύνθεσης.   
Συνεπής εκφραστής η επίσημη εκκλησία, με «ατμομηχανή» τις Μητροπόλεις Θεσσαλονίκης και Καλαμαριάς, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να βάλει φρένο στο ορμητικό ποτάμι της προόδου, κατέθεσε υπόψη του Δήμου Θεσσαλονίκης την αντίρρησή της να διεξαχθεί στα πλαίσια του Pride Θεσσαλονίκης η πορεία της 15ης Ιούνη προσκομίζοντας συνοδευτικά 18.000 υπογραφές πιστών χριστιανών ορθοδόξων.
Απέναντι σε αυτές τις 18.000 υπογραφές ενάντια στη διεξαγωγή του φετινού Pride στη Θεσσαλονίκη, εμείς αντιπαρατάσσουμε τις πολλές-πολλές χιλιάδες φωνές υποστήριξης των ΛΟΑΤ ατόμων για πλέρια ορατότητα, αποδοχή, σεβασμό, αναγνώριση ίσων δικαιωμάτων. Απέναντι στις 18.000 υπογραφές μίσους, σκοταδισμού και ανελευθερίας, εμείς αντιπαρατάσσουμε την ψύχραιμη φωνή της λογικής – μιας λογικής που υπαγορεύει ότι τα δικαιώματα δεν μπαίνουν στη ζυγαριά, δεν παζαρεύονται, δεν καταστέλλονται.      
Σε μια συγκυρία όπου το καπιταλιστικό σύστημα τείνει να ισοπεδώσει όσα κατακτήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες, να γυρίσει τους δείκτες του ρολογιού στις αρχές του 20ου αιώνα, να δοκιμάσει το «χαρτί» του φασισμού και των σύγχρονων ταγμάτων εφόδου, προετοιμαζόμενο για την περίπτωση που όλες οι άλλες δυνατότητες θα έχουν χαθεί για αυτό, είναι η στιγμή για την Αριστερά να προτάξει το δικό της «εναλλακτικό» όραμα, το δικό της σχέδιο για μια σοσιαλιστική κοινωνία.
«Εναλλακτικό» απέναντι σε όλους αυτούς που ονειρεύονται έναν κοινωνικό Καιάδα, με δικαιώματα δύο ταχυτήτων, μια κοινωνία όπου το φύλο, η εθνοτική καταγωγή, η θρησκεία, η ηλικία, ο ερωτικός προσανατολισμός ή η ταυτότητα φύλου θα υψώνονται σαν διαχωριστικά φράγματα, μια κοινωνία όπου η νόρμα της «κανονικότητας» θα είναι το μοναδικό κριτήριο ύπαρξης και δράσης.
Το πιο βαθύ σκοτάδι είναι πάντα λίγο πριν το χάραμα. Τη στιγμή που «οι από πάνω» μάς οδηγούν σε καταστάσεις μεσαίωνα, όπου «δεν χωράνε όλοι», είναι η στιγμή να αντιπαρατάξουμε το σύνολο των ιδεών μας, να μιλήσουμε ξεκάθαρα για το δικό μας όραμα, για μια συνολική αλλαγή/ανατροπή του εκμεταλλευτικού συστήματος. Να μιλήσουμε με απλά, ξεκάθαρα λόγια για τη σοσιαλιστική κοινωνία που ονειρευόμαστε και να δείξουμε πως, αν δεν παλέψουμε για να την οικοδομήσουμε τώρα, δύσκολα θα μπορέσουμε να «ξανασταθούμε» στα πόδια μας συνολικά ως αριστερά.          
Η HOMOphonia, η συλλογικότητα που συνδιοργάνωσε το 1ο εξαιρετικά επιτυχημένο Pride στη Θεσσαλονίκη, που κατάφερε με την κινηματική της δράση να «πείσει» τρεις χιλιάδες ανθρώπους για το πόσο αναγκαίο είναι -σε μια συγκυρία σαν τη σημερινή- να πλημμυρίσουν τους κεντρικούς δρόμους της πόλης, δίνει ξανά το παρών.
Έχοντας συνειδητοποιήσει τι σημαίνει για ένα ΛΟΑΤ άτομο να ζει καθημερινά με το φόβο της λεκτικής και σωματικής βίας όταν, όπως η συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας, εκφράζει το δικό του ερωτικό προσανατολισμό και τη δικιά του ταυτότητα φύλου, καλεί στις 15 Ιούνη 2013 σε μια πορεία-εφαλτήριο για να σβήσει κάποια στιγμή αυτός ο φόβος.
Έχοντας συνειδητοποιήσει την αναποτελεσματικότητα ενός ΛΟΑΤ αγώνα που δίνεται αποσπασματικά, αποκομμένα από το συνολικότερο αγώνα των «από τα κάτω», των εργαζομένων που πλήττονται καθημερινά, ενώνει τη φωνή της από την πρώτη στιγμή της σύστασής της με όλους αυτούς που αντιστέκονται.      
Στην απεργία της 20ης Φλεβάρη 2013 η HOMOphonia έβγαινε με το σύνθημα «ΩΣ ΕΔΩ: Κάτω τα χέρια από τα δικαιώματά μας», για να διακηρύξει αμέσως παρακάτω:
«Τώρα που σχεδόν όλος ο λαός εξαθλιώνεται από την κυβερνητική μνημονιακή πολιτική, εμείς, τα μέλη της HOMOphonia, βγαίνουμε στο δρόμο και διεκδικούμε. Τώρα που για τη συντριπτική πλειοψηφία της κοινωνίας καταρρέει ακόμη και το κουτσουρεμένο κοινωνικό κράτος και παγώνει κάθε προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, εμείς, τα μέλη της HOMOphonia, βγαίνουμε στο δρόμο και διεκδικούμε. Τώρα που η πλειοψηφία της κοινωνίας στέκεται βουβή μπροστά στις αυτοκτονίες ανθρώπων που προτίμησαν τον αξιοπρεπή θάνατο από την απόλυτη εξαθλίωση, εμείς, τα μέλη της HOMOphonia βγαίνουμε στο δρόμο, διεκδικούμε και συμπορευόμαστε με τις χιλιάδες των συμπολιτών και συντρόφων μας».
Έχοντας συνειδητοποιήσει ότι η επικράτηση των φασιστών θα σημάνει όχι μόνο την ολοκληρωτική ισοπέδωση κάθε ίχνους δικαιώματος ελεύθερης έκφρασης, αλλά και αυτής ακόμα της βιολογικής ύπαρξής τους, έχει στηρίξει στη Θεσσαλονίκη όλες τις αντιφασιστικές και αντιρατσιστικές πορείες, καθώς και την πορεία μνήμης για τα θύματα του Ολοκαυτώματος (των 58.000 ισραηλιτών της πόλης που στάλθηκαν στα «εργοστάσια θανάτου»), ενώ έχει πραγματοποιήσει ανοιχτή εκδήλωση με θέμα: Ομοφυλοφιλία, θρησκεία, ναζισμός, με το σύνθημα «Ποτέ ξανά ροζ τρίγωνα» να στοιχειώνει τη σκέψη και τις δράσεις της.   
Όσο κάποιοι θεωρούνται «αόρατοι» συνεχίζουμε να πορευόμαστε. Όσο κάποιοι θεωρούνται «λιγότερο ίσοι», συνεχίζουμε να πορευόμαστε. Όσο κάποιοι θεωρούνται «λιγότερο άνθρωποι» συνεχίζουμε να πορευόμαστε. Ενώνουμε τη φωνή μας με όλους αυτούς, τους «αόρατους», τους «λιγότερο ίσους», τους «λιγότερο ανθρώπους» δίνοντας εδώ και τώρα τον αγώνα για συνολική ανατροπή ενός σάπιου συστήματος που βάζει όρια και καλούπια στην ελευθερία του να σκέφτεσαι, να ερωτεύεσαι, να εκφράζεσαι, να υπάρχεις.
Δίνουμε τη μάχη εδώ και τώρα, γιατί το μέλλον ποτέ δεν περιμένει όσους αστόχαστα θεώρησαν ότι θα υπάρξει χρόνος, θα υπάρξουν ευκαιρίες, θα υπάρξει δυνατότητα επανόρθωσης όσων αμελήσαμε, παραλείψαμε, συνειδητά αφήσαμε.   

«Το μέλλον μας δεν τους ανήκει!     Είναι αδιαπραγμάτευτα δικό μας!»

«Ελεύθερα πνεύματα – ελεύθερα σώματα»
2ο Pride Θεσσαλονίκης, 14/15 Ιούνη 2013

σε μια πορεία προς το πανηγύρι όλων των καταπιεσμένων