Μια
συζήτηση με στρατηγική και ταυτοτική σημασία για τη ριζοσπαστική -
αντικαπιταλιστική πτέρυγα του ΛΟΑΤ κινήματος
Του
Στρατή Γατελούζου*
(από το τεύχος 2 του "lgbt-Κόκκινο", Ιούνιος 2013)
Το ερέθισμα για τη συγγραφή του παρόντος
άρθρου ήταν η προκήρυξη της γυναικείας ομάδας της ΑΝΤΑΡΣΥΑ που μοιράστηκε στο Gay Pride της Αθήνας στις 9 Ιούνη 2012. Από πολλά άλλα
ενδιαφέροντα και σημαντικά που περιέχονται στην προκήρυξη αυτή, σε αυτό το
κείμενο θα πραγματευτώ κυρίως το ζήτημα αν ο άνθρωπος επιλέγει με τη θέλησή του
την ερωτική του ταυτότητα (και την ταυτότητα κοινωνικού φύλου). Οι συντάκτριες
της προκήρυξης θεωρούν ότι οι άνθρωποι «επιλέγουν το σεξουαλικό τους
προσανατολισμό», θέση με την οποία διαφωνώ κάθετα, καθώς πιστεύω ότι -αν
υιοθετηθεί από τη ριζοσπαστική – αντικαπιταλιστική πτέρυγα του ΛΟΑΤ κινήματος-
έχει σημαντικές αρνητικές συνέπειες.
Είναι η πρώτη προκήρυξη που δημοσιεύει η
ΑΝΤΑΡΣΥΑ ειδικά για το ΛΟΑΤ ζήτημα και αυτό από μόνο του είναι μια θετική για
τους ομοφυλόφιλους εξέλιξη. Πόσο μάλλον, που οι συντάκτριες του κειμένου
εντοπίζουν με έμφαση τον πυρήνα της
καταπίεσης που νιώθουμε οι ΛΟΑΤ στην Ελλάδα: Η ομοφυλοφιλία δε διώκεται
ποινικά (ακόμα…), ωστόσο το καπιταλιστικό κράτος και η ορθόδοξη εκκλησία έχουν
φροντίσει να στιγματίσουν τους γκέι ως μιαρούς και ανώμαλους, με συνέπεια η μεγάλη πλειονότητα των
ομοφυλόφιλων να αναγκαζόμαστε να κρύβουμε τη σεξουαλική/ερωτική μας ταυτότητα
σχεδόν από ολόκληρο τον κοινωνικό μας περίγυρο – να κλεινόμαστε στην
ντουλάπα, όπως είναι η χαρακτηριστική έκφραση.
Από αυτήν την οδυνηρή για εμάς κατάσταση
είναι εμπνευσμένος και ο τίτλος της προκήρυξης: «Μη βγεις απ’ την ντουλάπα.
Σπάσ’ την!!» Πέρα όμως από την αποκάλυψη της υπόγειας και άκρως καταπιεστικής
πραγματικότητας που οι γκέι βιώνουμε όταν κρυβόμαστε επιμελώς, ο συγκεκριμένος τίτλος φέρνει έμμεσα στην
επιφάνεια και την ταξική διάσταση του ζητήματος: Μέχρι τώρα, στο ελληνικό ΛΟΑΤ κίνημα
κυριαρχούσε το (νέο)φιλελεύθερο πρόταγμα «Βγες από την ντουλάπα» που
στοχοποιούσε τον κάθε ομοφυλόφιλο προσωπικά επειδή έκρυβε την ερωτική[2] του ταυτότητα, με αποτέλεσμα
να μην (απο)δείχνει στην κοινωνία ότι είναι “φυσιολογικός άνθρωπος”[3] όπως και οι ετεροφυλόφιλοι
και επομένως να συνεχίζονται τα κοινωνικά στερεότυπα περί ανωμαλίας κλπ. Όπως
κάνουν και με το ζήτημα της φτώχειας[4],
οι νεοφιλελεύθεροι θεωρούν υπεύθυνο τον
κάθε ομοφυλόφιλο που κρύβει την ερωτική του ταυτότητα, αποσιωπώντας τις υλικές και
κοινωνικές συνέπειες της άκριτης εξόδου από την ντουλάπα. Συνέπειες, που
ολοφάνερα είναι λιγότερες (έως και ανύπαρκτες) για τους ομοφυλόφιλους
καπιταλιστές που έχουν τα μέσα και την οικονομική ανεξαρτησία να τις
αντιμετωπίσουν. Ο νεοφιλελευθερισμός τσουβαλιάζει στο ίδιο σακί το coming out του 30άρη φτωχού
αγρότη στο Δοξάτο Δράμας και του ανοιχτά ομοφυλόφιλου και ευκατάστατου υπουργού
εξωτερικών της Γερμανίας, Γκίντο Βέστερβέλε… Αντίθετα η ΑΝΤΑΡΣΥΑ καλεί τους
ομοφυλόφιλους «Να μην βγουν απ’ την ντουλάπα» ως ξεχωριστά άτομα, αλλά να
επιλέξουν τον (προφανώς συλλογικό) αγώνα της ανατροπής του ετεροσεξισμού και
του καπιταλισμού, Να σπάσουν την
ντουλάπα!!
Θα μπορούσα να αναφερθώ και σε άλλα σημεία
της προκήρυξης (πχ την κριτική στην ενθάρρυνση της σεξιστικής παιδείας από το
καπιταλιστικό κράτος), με τα οποία συμφωνώ απόλυτα. Ωστόσο, θα επικεντρωθώ σε
αυτά επί των οποίων έχω διαφωνίες. Και τα τρία είναι συγκεντρωμένα στην
παράγραφο με τον τίτλο «Τι συμβαίνει με τις τρανσεξουαλικές και τις
παρενδυτικές», στις δύο πρώτες σειρές.
Καταρχήν, τα τράνς άτομα δεν είναι μόνο (ή
κυρίως) γυναίκες. Υπάρχουν και οι τρανς άνδρες, δηλαδή άνθρωποι που γεννήθηκαν
με τα όργανα της γυναίκας, οι οποίοι όμως νιώθουν άνδρες. Μάλιστα κάποιοι από
αυτούς τους άνδρες προβαίνουν σε εγχείριση επαναπροσδιορισμού φύλου. Όσο και αν
η καταπίεση που υφίστανται οι τρανς γυναίκες είναι σαφώς μεγαλύτερη, αυτό δε
σημαίνει ότι είναι σκόπιμο να αναφερόμαστε στα τρανς άτομα μόνο στο θηλυκό
γένος. Και μη θεωρήσουμε ότι οι τρανς άνδρες σπανίζουν: Εγώ προσωπικά έχω
γνωρίσει δύο τρανς άνδρες στη HOMOphonia, τη συλλογικότητα
που διοργανώνει το lgbt Pride της
Θεσσαλονίκης.
Έρχομαι και στο επόμενο (πολύ σημαντικό)
ζήτημα: Οι συντρόφισσες της γυναικείας ομάδας αναφέρονται στα τρανς/διεμφυλικά
άτομα ως «τους ανθρώπους που επιλέγουν αυτούς τους σεξουαλικούς προσανατολισμούς».
Εδώ φαίνεται να υπάρχει σύγχυση ανάμεσα στις έννοιες της «σεξουαλικής/ερωτικής
ταυτότητας» και της «ταυτότητας κοινωνικού φύλου». Η σεξουαλική/ερωτική ταυτότητα αφορά
το αν ένας άνθρωπος έλκεται ερωτικά από το άλλο ή το ίδιο φύλο (ή και τα δύο).
Αντίθετα, η ταυτότητα κοινωνικού φύλου
έχει να κάνει με την προσωπική αντίληψη του κάθε ανθρώπου για το φύλο του.
Οι τρανς/διεμφυλικοί άνθρωποι είναι ετεροφυλόφιλοι στη μεγάλη τους πλειονότητα,
επομένως αυτό που τους αφορά είναι η «ταυτότητα φύλου» (ή αλλιώς «έκφραση
φύλου») και όχι η «ερωτική ταυτότητα». Θα φέρω και ένα παράδειγμα για να γίνω
πιο κατανοητός. Μία τρανς/διεμφυλική γυναίκα έχει γεννηθεί με αρσενικά όργανα,
αλλά νιώθει γυναίκα. Πιθανότατα ντύνεται γυναικεία και φέρεται γυναικεία
(σύμφωνα με τις κοινωνικές νόρμες συμπεριφοράς). Ίσως να παίρνει και ορμόνες
και να κάνει τελικά και εγχείρηση επαναπροσδιορισμού φύλου. Όμως ερωτικά
έλκεται από τους άνδρες. Άρα η “επιλογή”
της, δεν έχει να κάνει με τη σεξουαλική/ερωτική ταυτότητα, αλλά μόνο με το
φύλο. Είναι μία ετεροφυλόφιλη διεμφυλική
γυναίκα.
Η
συζήτησή μας δεν έχει να κάνει με το αν «γεννιέσαι ή γίνεσαι»
Το τρίτο και κυριότερο θέμα πάνω στο οποίο
θα αντιπαρατεθώ με την εν λόγω προκήρυξη είναι το αν ο άνθρωπος επιλέγει με τη
θέλησή του την ερωτική του ταυτότητα (και την ταυτότητα κοινωνικού φύλου). Οι συντάκτριες της προκήρυξης θεωρούν ότι οι
άνθρωποι «επιλέγουν τον σεξουαλικό τους προσανατολισμό», μία θέση με την οποία
διαφωνώ κάθετα.
Σε πρώτη φάση, να διευκρινίσω ότι δεν αναφέρομαι στο αν γεννιέσαι ή γίνεσαι
ομοφυλόφιλος. Αυτό είναι ένα ερώτημα στο οποίο πράγματι η αριστερά δεν
μπορεί να πάρει θέση, αφού οι επιστημονικές έρευνες είναι αντικρουόμενες μεταξύ
τους και δεν έχουν καταλήξει σε ακλόνητα συμπεράσματα. Από το ελάχιστο που έχω
ψάξει το θέμα, οι πρόσφατες έρευνες βρίσκουν πιθανότερη τη γονιδιακή εξήγηση. Όμως
στις παρούσες συνθήκες της συντριπτικής κυριαρχίας του ακραίου
νεοφιλελευθερισμού στα περισσότερα πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα
παγκοσμίως, δεν μπορώ ακόμα να εμπιστευτώ αβασάνιστα αυτές τις έρευνες, καθώς
έχω βάσιμες υποψίες πως επηρεάζονται από την κυρίαρχη ιδεολογία.
Πάντως και οι δύο περιπτώσεις «βγάζουν
προβλήματα» αν τις εξετάσει κανείς με αριστερή οπτική: Το να «γεννιέσαι
ομοφυλόφιλος» μας βάζει στο τρυπάκι των γονιδίων και της γενετικά
προκαθορισμένης συμπεριφοράς. Αλλά και το «να γίνεσαι ομοφυλόφιλος» από επιρροή
του κοινωνικού περιβάλλοντος στο οποίο μεγάλωσες, και αυτό μπορεί να έχει
ολοφάνερες προβληματικές προεκτάσεις (πάντα από αριστερή σκοπιά): Αν πχ «έγινες
ομοφυλόφιλος επειδή ήσουν το μόνο αγόρι ανάμεσα σε 4 αδέρφια», τότε αυτό μπορεί
να οδηγήσει τους γονείς σου να σου επιβάλλουν να συμμετέχεις από πολύ μικρή
ηλικία σε θεωρούμενες “ανδρικές” συλλογικότητες και δραστηριότητες
(ποδοσφαιρικές ομάδες, συλλογικότητες πολεμικών τεχνών και άλλα που δεν μπορεί
να φτάσει το μυαλό μου), ώστε «να μη σου λείψει το ανδρικό πρότυπο» και άρα «να
γίνεις σωστός άνδρας» που θα συναναστρέφεται για φιλική παρέα με άνδρες και θα
θέλει τις γυναίκες μόνο για σεξ (άντε και για έρωτα, στην πιο εκλεπτυσμένη
εκδοχή της ετεροκανονικής κοινωνίας). Μπορεί να ακούγεται εντελώς διεστραμμένο
που παρουσιάζω ένα τέτοιο σενάριο, παρόλα αυτά - αν το καλοσκεφτείτε - δεν
είναι ούτε σπάνιο ούτε καν ακραίο. Η ετεροκανονικότητα είναι πολύ βαθιά
ριζωμένη στην καπιταλιστική κοινωνία και επομένως, αν παγιωθεί το συμπέρασμα ότι
«γίνεσαι ομοφυλόφιλος», τότε πολλοί
άνθρωποι θα κάνουν το παν να αποφύγουν αυτές τις κοινωνικές/περιβαλλοντικές
προϋποθέσεις που «σε κάνουν ομοφυλόφιλο».
Επομένως, εδώ θα συμφωνήσω πως η αριστερά δε
γίνεται να συμμετάσχει στη συζήτηση του αν «γεννιέσαι» ή «γίνεσαι». Παρόλα αυτά
έχω άποψη, κρίνοντας και από τη δική μου περίπτωση: Για τη διαμόρφωση της δικής
μου ομοφυλοφιλικής ερωτικής ταυτότητας πιστεύω πως πρόκειται για μια (μάλλον)
περίπλοκη ιστορία, που πιθανότατα αποτελεί το αποτέλεσμα σύνθετης αλληλεπίδρασης
κοινωνικο-περιβαλλοντικών και βιολογικών παραγόντων. Το σίγουρο είναι πως ό,τι
κι αν έγινε, η ερωτική μου ταυτότητα παγιώθηκε σε πολύ μικρή ηλικία, τόσο μικρή
που δεν μπορώ να θυμηθώ τίποτα. Ενδεχόμενα μία ψυχανάλυση να μου έδινε
απαντήσεις, αλλά δεν έχω ούτε τα λεφτά ούτε τη διάθεση να κάνω κάτι τέτοιο (δεν
το θεωρώ σημαντικό να μάθω το «γιατί» και το «πως» - αυτός είμαι και είναι
ΑΔΥΝΑΤΟ να αλλάξω / “επιλέξω” κάτι διαφορετικό.
Η
ομοφυλοφιλία μάς βρίσκει - δεν τη βρίσκουμε εμείς!
Ωστόσο, το βασικό ζήτημα δεν είναι το αν η
ομοφυλοφιλία είναι επίκτητη, αλλά το
αν είναι επιλέξιμη από τον ίδιο τον άνθρωπο: Επιλέγεις με
βάση την προσωπική σου βούληση ποιά θα είναι η ερωτική σου ταυτότητα ή αυτή
προκύπτει ΠΑΡΑ τη θέλησή σου; Ακόμα και
αν δεχτούμε προς στιγμήν πως «ομοφυλόφιλος γίνεσαι», υπάρχουν δύο εντελώς
διαφορετικές εκδοχές:
α) Γίνεσαι ομοφυλόφιλος υπό την επίδραση
κοινωνικών/περιβαλλοντικών παραγόντων που δεν εξαρτώνται από εσένα;
β) Ή «το επιλέγεις» παίρνοντας απλά μια
απόφαση;
Για μένα (αλλά και για τη συντριπτική
πλειονότητα των ίδιων των ομοφυλόφιλων) το δεύτερο ΔΕΝ ισχύει! Δεν είναι
δυνατόν να πάρεις απόφαση να σου αρέσει το ίδιο ή το άλλο ή και τα δύο φύλα!! Και μόνο που χρησιμοποιούμε το ρήμα
«αρέσει», ε, αυτό τα λέει όλα!
Το τι αρέσει σε έναν άνθρωπο μπορεί να έχει
μια εξήγηση ως προς το πώς προέκυψε (γονιδιακά ή/και από το κοινωνικό
περιβάλλον), αλλά σίγουρα δεν ανάγεται σε προσωπικές αποφάσεις. Δε γίνεται να
σου αρέσει από μικρός η σοκολάτα και να σιχαίνεσαι τη μόκα, και κάποια στιγμή στα
25 να κάτσεις και να το σκεφτείς και να πάρεις την απόφαση ότι
τέρμα, «τώρα πια θα μου αρέσει η μόκα και θα σιχαίνομαι τη σοκολάτα». Ακόμα και αν σου ΣΥΜΒΕΙ κάτι τέτοιο στα 25
σου, αυτό δε θα έχει να κάνει με αποφάσεις με βάση την δική σου βούληση, αλλά
με άλλους παράγοντες, μη ελέγξιμους από εσένα. Πχ ίσως να είχες κάποια
τραυματική εμπειρία με τη μόκα στην παιδική σου ηλικία - να σου θύμιζε η
μυρωδιά της κάτι άλλο που δε σου άρεσε ή (πιο πιθανό) να σου είχαν εμφυσήσει το
φόβο ενάντια στο διαφορετικό και το σπάνιο - και κάποια στιγμή σε μεγαλύτερη
ηλικία να απέβαλες αυτόν τον φόβο και άρα να διαπίστωσες ότι και η μόκα είναι μια χαρά. Εδώ, το μόνο που
ελέγχεις με προσωπική απόφαση είναι το φόβο σου. Η επιθυμία για μόκα υπήρχε,
αλλά είχε διαστρεβλωθεί/αντιστραφεί εξαιτίας τυχαίων γεγονότων. Αλλά, όπως και
να το κάνουμε, δε γίνεται απλά να
αποφασίσεις ότι θα σου αρέσει ή δε θα σου αρέσει κάτι! Πόσο μάλλον, εάν
πρόκειται για κάτι τόσο ουσιώδες, όπως η ερωτική ταυτότητα (αλλά και η
ταυτότητα φύλου).
Ο όρος λοιπόν «σεξουαλική/ερωτική επιλογή»
εμπεριέχει και την έννοια της προσωπικής απόφασης, γι’ αυτό και δεν τον
προτιμούν οι περισσότεροι ομοφυλόφιλοι: Διότι είτε ισχύει ότι έτσι γεννήθηκαν
είτε ότι έτσι διαμορφώθηκαν μετά τη γέννησή τους, το σίγουρο είναι πως ΔΕΝ ΤΟ ΕΠΕΛΕΞΑΝ!
Άλλωστε ειδικά σε ό,τι αφορά την ανδρική
ομοφυλοφιλία, τα πράγματα είναι αυταπόδεικτα (εδώ αναγκαστικά θα μιλήσω λιγάκι
ωμά): Δε γίνεται να… επιλέξει ένας γκέι άνδρας να έχει στύση με γυναίκες, εκτός
κι αν την ώρα που θα συνευρίσκεται με μια γυναίκα, φαντασιωθεί κάποιον άνδρα….
(Αναφέρομαι κυρίως στους γκέι άνδρες, όχι στους αμφί).
Αντιλαμβάνομαι και συμφωνώ πλήρως με το
αίτημα της υπεράσπισης της ελευθερίας, στο οποίο στοχεύει η προκήρυξη. Όμως
ταυτόχρονα δείχνει να παίρνει θέση με
ξεκάθαρη διατύπωση υπέρ της «επιλογής». Μάλιστα, φαίνεται να είναι τόσο
έντονη η πεποίθηση των συντακτριών της προκήρυξης υπέρ της «επιλογής», που δεν
χρησιμοποιούν τον όρο «σεξουαλική επιλογή» σκέτο, αλλά μιλούν για «τους
ανθρώπους που επιλέγουν αυτούς τους σεξουαλικούς προσανατολισμούς»!
Έτσι, η γυναικεία ομάδα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ παίρνει έναν όρο που επικράτησε ακριβώς
επειδή έχει «ουδέτερο χαρακτήρα», και τον ενσωματώνει στην άποψη περί
σεξουαλικής επιλογής! Εννοώ ότι ο «σεξουαλικός προσανατολισμός» χρησιμοποιείται
ευρύτατα τα τελευταία χρόνια από το ΛΟΑΤ κίνημα, γιατί είναι ένας όρος που δεν
παίρνει θέση ούτε υπέρ της «επιλογής» ούτε κατά. Βέβαια, δεδομένου ότι
αντικατέστησε τον όρο «σεξουαλική επιλογή/προτίμηση», λειτουργεί υπέρ όσων δε θεωρούν
ότι «επέλεξαν» - που είναι και η πλειονότητα. Ωστόσο, αδιαμφισβήτητα παραμένει
ουδέτερος όρος.
Ένας τέτοιος λεκτικός χειρισμός από τη
γυναικεία ομάδα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ δεν μπορεί να «εξηγηθεί» απλά και μόνο γιατί η
πρόθεσή της ήταν να υπερασπιστεί την ελευθερία, η οποία είναι δυνατό να
εκφραστεί και με άλλους τρόπους, χωρίς να χρησιμοποιείται ο όρος «επιλογή». Για
παράδειγμα, θεωρώ εύστοχη τη διατύπωση στην ανακοίνωση της γυναικείας ομάδας
της ΟΚΔΕ-Σπάρτακος για τις ομοφοβικές διαφημίσεις 11880 (γατάκι, μπανάνα κλπ),
στο σημείο που μιλάει για τα «1,2,3,4 κουτάκια σεξουαλικότητας». Σε
αυτό το κείμενο η ΟΚΔΕ υπερασπίζεται το
δικαίωμα έκφρασης, κάτι όμως που - κατά τη γνώμη μου - είναι πολύ διαφορετικό από το δικαίωμα επιλογής. Θα μπορούσε λοιπόν να χρησιμοποιείται ο όρος
«δικαίωμα έκφρασης», που είναι «ευρύς» και (επίσης) ουδέτερος. Αντίστοιχα ο πιο
ισχυρός όρος που τάσσεται κατά της «επιλογής» είναι η «σεξουαλική/ερωτική ταυτότητα»,
τον οποίο παρεμπιπτόντως χρησιμοποιώ επιθετικά από τις πρώτες γραμμές αυτού του
κειμένου, αμυνόμενος στο «σεξουαλική επιλογή» της εν λόγω προκήρυξης. Υπάρχει
λοιπόν μια ολόκληρη γκάμα ορολογίας, από το ένα ως το άλλο άκρο:
Επιλογή
– Προτίμηση – Έκφραση/Προσανατολισμός – Ταυτότητα
Οι
συνέπειες της άποψης περί «επιλογής»
Δικαίως θα αναρωτηθείτε για ποιο λόγο
επιμένω τόσο πολύ.
Δεν είναι βέβαια ο σκοπός μου να κριτικάρω
τη γυναικεία ομάδα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, αλλά να αναδείξω τις συνέπειες της άποψης περί
«σεξουαλικής επιλογής».
Πρώτον, αυτή είναι η
πραγματικότητα την οποία ζούμε εκατοντάδες χιλιάδες ομοφυλόφιλες και ομοφυλόφιλοι
στην Ελλάδα (και παντού): Ελάχιστοι από εμάς θα πουν ότι «επέλεξαν να γίνουν
ομοφυλόφιλοι». Ακόμα και όσοι δηλώνουν κάτι τέτοιο, στην ουσία υπερασπίζονται
το δικαίωμά τους στην ελεύθερη έκφραση, και όχι στην επιλογή. Εξαιρούνται
φυσικά οι αμφιφυλόφιλοι άνθρωποι, που όμως ΚΑΙ αυτοί δεν επιλέγουν ποιο από τα
2 φύλα τους αρέσει περισσότερο (αν δεν τους αρέσουν και τα 2 φύλα εξίσου) ούτε
και με ποιο φύλο/άνθρωπο θα συνάψουν σχέση σε κάθε φάση της ζωής τους. Απλά τους
προκύπτει άλλοτε να ερωτεύονται το άλλο φύλο και άλλοτε το ίδιο. Και για να το
γενικεύσω ακόμα περισσότερο, κανένας
άνθρωπος δεν μπορεί να επιλέξει ποιόν/ποιά θα ερωτευτεί! Αν ήταν έτσι, θα…
επιλέγαμε να ερωτευτούμε κάποιο στενό φιλικό μας πρόσωπο, με το οποίο προφανώς
μας συνδέουν κοινές εμπειρίες, αντιλήψεις και ενδιαφέροντα. Μακάρι να ήταν τόσο
απλά τα πράγματα στον έρωτα, αλλά δεν είναι…
Δεύτερον, αν μιλάμε για
«σεξουαλική επιλογή», υπονοούμε ότι εφόσον ένας άνθρωπος θελήσει, τότε μπορεί
και να αλλάξει τη ερωτική του ταυτότητα. Σε
απλά ελληνικά, αφού «οι ομοφυλόφιλοι
επιλέγουν να γίνουν ομοφυλόφιλοι», άρα ΓΙΝΕΤΑΙ
και να μην το επιλέξουν, ή -ακόμα χειρότερα- υπάρχει και τρόπος «για να
αλλάξουν» και να γίνουν ετεροφυλόφιλοι ή bisexual!
Μα από αυτήν την παραδοχή πιάνονται οι μονοθεϊστικές θρησκείες και μας λένε ότι
εμείς επιλέξαμε να γίνουμε ομοφυλόφιλοι και ότι με συστηματική… προσευχή στο
θεό, θα αλλάξουμε και θα γίνουμε στρέιτ! Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για τις
κλινικές που διατείνονται ότι «θεραπεύουν από την ομοφυλοφιλία», μόνο που αυτές
δε «σε αλλάζουν» με προσευχή, αλλά με διάφορες βάρβαρες και εντελώς
αντιεπιστημονικές «ιατρικές» πρακτικές. Μάλιστα, πρόσφατα στην Καλιφόρνια
απαγορεύτηκε διά νόμου η «θεραπεία της ομοφυλοφιλίας» στους ανήλικους ,
μια πραγματικά μεγάλη νίκη του ΛΟΑΤ κινήματος.
Η queer (κουίρ)
θεωρία και το ζήτημα της ταυτότητας
Υπάρχει όμως και ένας τρίτος λόγος, και
αυτός αφορά την ίδια την ουσία του επαναστατικού μαρξισμού. Η άποψη για
«σεξουαλική επιλογή» έχει διαμορφωθεί/ενισχυθεί υπό τη σαφέστατη επιρροή της queer θεωρίας και του τρίτου κύματος του φεμινισμού:
Πρόκειται για δύο μεταμοντέρνα κινήματα, που έχουν υιοθετηθεί κυρίως από
αναρχοαυτόνομες συλλογικότητες, αλλά έχουν επηρεάσει σε μεγάλο βαθμό και την 4η
Διεθνή. Την αναλυτική μου κριτική στο queer κίνημα θα την
ασκήσω σε κάποιο επόμενο άρθρο μου. Για την ώρα θα περιοριστώ στα παρακάτω.
Το βασικό πρόταγμα της queer θεωρίας είναι η πλήρης αποδόμηση των ταυτοτήτων.
Σύμφωνα με τους queer (τους «αλλόκοτους»,
στα ελληνικά), κάθε ταυτότητα είναι καταπιεστική για τον άνθρωπο, επειδή τον
περιορίζει εντός του πλαισίου της ταυτότητας αυτής. Ακόμα και η ίδια η
ταυτότητα του «ομοφυλόφιλου» θεωρείται καταπιεστική, αφού «καναλιζάρει προς την
αποκλειστική ομοφυλοφιλία τον άνθρωπο που αυτοπροσδιορίζεται έτσι»: Ακόμα και
αν σε κάποια φάση της ζωής του ερωτευθεί κάποιον/-α του άλλου φύλου, «δε θα το
επιτρέψει στον εαυτό του, γιατί είναι ομοφυλόφιλος». Βέβαια, γι’ αυτές τις
περιπτώσεις υπάρχει η ερωτική ταυτότητα του αμφιφυλόφιλου, αλλά οι queer την αντιμετωπίζουν και αυτήν σαν άκρως περιοριστική. Τα
ίδια πιστεύουν και για τις ταυτότητες φύλου, δηλαδή αμφισβητούν ανοιχτά την
ίδια την έννοια του βιολογικού φύλου και κυρίως τις συμπεριφορές με τις οποίες
συνδέεται το κάθε φύλο. Έτσι, υιοθετούν τον όρο queer
για κάθε σεξουαλική/ερωτική ταυτότητα και ταυτότητα φύλου. Επί της ουσίας, ή
μάλλον «στρατηγικά», δεν έχουν λάθος. Πράγματι, στην κοινωνία της καθολικής
χειραφέτησης, τον κομμουνισμό, όλοι και όλες θα είμαστε queer, με την έννοια ότι οι ταυτότητες ομοφυλόφιλος,
ετεροφυλόφιλος, άνδρας, γυναίκα δεν θα έχουν καμία απολύτως κοινωνική συνέπεια
και σημασία.
Αποδόμηση
ταυτοτήτων στην κοινωνία της καταπίεσης;
Από εδώ και πέρα όμως αρχίζει η διαφωνία
μου. Οι queer και οι αναρχοαυτόνομοι έχουν την πεποίθηση ότι είναι
δυνατόν να φτάσουμε στην πλήρη αποδόμηση των ταυτοτήτων εδώ και τώρα, χωρίς
κανένα ενδιάμεσο στάδιο (άλλωστε, την ίδια γνώμη έχουν και για τη διάλυση του
κράτους και το πέρασμα στον κομμουνισμό). Στην ουσία πιστεύουν ότι, στο πλαίσιο
μιας καταπιεστικής και εκμεταλλευτικής κοινωνίας όπως ο καπιταλισμός, οι
άνθρωποι μέσω της ατομικής επιλογής μπορούν να υπερβούν τις κοινωνικές αιτίες
της καταπίεσης χωρίς αυτές να ξεριζωθούν (ή έστω αποδυναμωθούν σημαντικά) από
την κοινωνία. Ενώ λοιπόν οι επαναστάτες
μαρξιστές και μαρξίστριες έχουμε το ίδιο στρατηγικό όραμα με τους queer (θα έπρεπε να) διαφωνούμε ως προς τη διαδρομή προς αυτό το όραμα, δηλαδή ως προς την τακτική μας. Μέσα στο πλαίσιο του
αγριότερου νεοφιλελεύθερου και νεοσυντηρητικού καπιταλισμού των τελευταίων 100
χρόνων, είναι αναγκαίο σε πρώτη φάση να
υπερασπιστούμε τις ταυτότητες των
καταπιεσμένων και τα δικαιώματα που
απορρέουν από αυτές. Σε αυτές τις συνθήκες, οι ομοφυλόφιλοι σαφώς και
πρέπει να αυτοχαρακτηριζόμαστε ομοφυλόφιλοι και να αγωνιζόμαστε συλλογικά για
το δικαίωμά μας στο γάμο, την οικογένεια, την εργασία και γενικώς για ίσα
δικαιώματα. Είναι εντελώς ανέφικτο για μας να διεκδικήσουμε ισότητα, αν δεν
κατοχυρώσουμε πρώτα τη διαφορετική ταυτότητά μας. Δε λέω φυσικά ότι το queer κίνημα είναι αντίθετο στις διεκδικήσεις δικαιωμάτων.
Όμως δεν μπορούμε να αποβάλουμε την ταυτότητα του ομοφυλόφιλου, διεκδικώντας
γενικά κι αόριστα ως queer. Η άρνηση κάθε ταυτότητας αποδυναμώνει τη
διεκδίκηση δικαιωμάτων που συνδέονται με την ταυτότητα αυτή.
Το queer λοιπόν είναι ο
στρατηγικός μας στόχος, από τον οποίο πάντως απέχουμε (δυστυχώς) πάρα πολύ. Κατά
τη γνώμη μου, ακόμα και στο πλαίσιο της πρώτης φάσης του σοσιαλιστικού κράτους,
και πάλι θα χρειάζεται να διατηρήσουμε το ομοφυλοφιλικό μας κίνημα και την
ταυτότητα του ομοφυλόφιλου, μέχρι η ισότητα όλων να γίνει βίωμα. Τότε μόνο θα
μπορούμε να μιλάμε για την οριστική αποδόμηση των ταυτοτήτων.
Άλλωστε, η έννοια της ταυτότητας είναι
βασικό στοιχείο του επαναστατικού μαρξισμού: Με βάση την ταυτότητα του
εργαζόμενου δομείται και η έννοια της τάξης. Η εργατική τάξη αποτελείται από
«εργαζόμενους» και όχι γενικά από «ανθρώπους». Εάν εξοβελίσουμε από την
ιδεολογία μας την έννοια της ταυτότητας, τότε μπαίνει σε αμφισβήτηση και η ίδια
η έννοια της τάξης, και γενικότερα των συλλογικών υποκειμένων! Άρα η ιδεολογία
μας δε θα είναι ο επαναστατικός μαρξισμός, ούτε καν ο αναρχισμός, αλλά ο… φιλελεύθερος
ουμανισμός! Και για να το φτάσω ως το τέλος, θεωρώ την ερωτική ταυτότητα
τουλάχιστον το ίδιο συμπαγή -εάν όχι και περισσότερο- με την ταυτότητα του εργαζόμενου και
προλετάριου: Αν είναι δύσκολο για τον εργαζόμενο στις σημερινές συνθήκες να
αλλάξει κοινωνική τάξη, για τον ομοφυλόφιλο το να αλλάξει ερωτική ταυτότητα
είναι τελείως ανέφικτο…
*Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε
σε συντομευμένη μορφή (με επιμέλεια και επεξεργασία από τον Πάνου Κοσμά) στο
Κόκκινο τεύχος 54.
Μία από τις κυριότερες εισηγήτριες της queer θεωρίας είναι η Judith Batler, με το πολύ γνωστό
της βιβλίο «Αναταραχή
φύλου: ο Φεμινισμός και η ανατροπή της ταυτότητας», εκδόσεις Αλεξάνδρεια.