Δευτέρα 7 Μαρτίου 2016

«Η ετεροφυλοφιλία δεν είναι φυσιολογική, απλά συνηθισμένη», Ντόροθυ Πάρκερ


Η ομάδα lgbt / Κόκκινο έχει προκύψει ως μία ανάγκη κατανόησης και αναπροσδιορισμού της σχέσης μεταξύ του ΛΟΑΤ και του εργατικού κινήματος.  Με αυτή την έννοια, ο στόχος μας είναι διπλός: Παρέμβαση τόσο στο εργατικό όσο και στο ΛΟΑΤ κίνημα. Ως μέρος της διεθνιστικής και επαναστατικής Αριστεράς πιστεύουμε ότι η αυτο-οργάνωση  των ΛΟΑΤ ανθρώπων είναι ο μόνος δρόμος για την εξάλειψη του ετεροσεξισμού και την απελευθέρωση. Παράλληλα, το ΛΟΑΤ κίνημα είναι χρήσιμο να οργανώνεται και σε διεθνές επίπεδο και να επιδιώκει την αμοιβαία αλληλεγγύη με τις/τους πιο καταπιεσμένες/ους.

Ο ετεροσεξισμός είναι ένα σύστημα διακρίσεων και συμπεριφορών που στοχεύουν στο να προβάλλουν τις ετεροφυλοφιλικές σχέσεις ως το «σωστό και ηθικό» πλαίσιο σεξουαλικής συμπεριφοράς και την ίδια στιγμή στρέφεται εναντίων όσων βρίσκονται εκτός αυτού του πλαισίου. Έχει τις ρίζες του στην πατριαρχική οικογένεια, η οποία αποτελεί τον πρωταρχικό οικονομικο-κοινωνικό θεσμό που κληροδοτεί τις ταξικές διακρίσεις από τη μία γενιά στην επόμενη. Με τον τρόπο που έχει αξιοποιηθεί η οικογένεια από τον καπιταλισμό, παρέχει τον πιο φτηνό και ιδεολογικά αποδεκτό μηχανισμό αναπαραγωγής του εργατικού δυναμικού. Το κράτος καθώς και διάφοροι ιατρικοί και ψυχιατρικοί θεσμοί έχουν συγκροτηθεί στη βάση της παροχής στήριξης σε αυτόν τον τύπο οικογένειας, ενώ παράλληλα στιγματίζουν, αποθαρρύνουν και καταπιέζουν οποιαδήποτε μορφή σεξουαλικότητας και συντροφικότητας/συμβίωσης ξεφεύγει από αυτό το πλαίσιο, βαπτίζοντάς την ανώμαλη, παθολογική και ανεύθυνη. Όσο το κράτος ορίζει τις ετεροφυλοφιλικές σχέσεις ως τη “φυσιολογική” νόρμα και επομένως αναπαράγει το ετεροσεξιστικό σύστημα, θα υπάρχει έμμεση ή άμεση καταπίεση των ΛΟΑΤ, η ένταση της οποίας προφανώς εξαρτάται και από τη δύναμη του ΛΟΑΤ κινήματος σε κάθε χώρα/περιοχή.

Το κίνημα για τα ΛΟΑΤ δικαιώματα είναι κεντρικής σημασίας όσον αφορά την σεξουαλική απελευθέρωση συνολικά, ενώ την ίδια στιγμή κάθε νίκη του ΛΟΑΤ κινήματος είναι και νίκη του εργατικού κινήματος. Αυτό συμβαίνει, γιατί αφ’ ενός το πλειοψηφικό κομμάτι ΛΟΑΤ ανήκει στην πλειοψηφία της κοινωνίας που αποτελεί την εργατική τάξη και αφ’ ετέρου κάθε νέο δικαίωμα είναι μία ήττα στο δόγμα των αφεντικών «διαίρει και βασίλευε». Αυτό θα έπρεπε να είναι προφανές για όλα τα κομμάτια της (επαναστατικής τουλάχιστον) Αριστεράς που παλεύουν για την κοινωνική απελευθέρωση του κόσμου της εργασίας και άρα για ένα σοσιαλισμό όπου έννοιες όπως «ετεροφυλοφιλία» ή «ομοφυλοφιλία» (όσο και αν αυτές υπάρχουν) δεν θα έχουν απολύτως καμία οικονομική ή/και κοινωνική συνέπεια. Δυστυχώς όμως η ιδεολογική κληρονομιά του Σταλινισμού (ο οποίος το 1934 ποινικοποίησε και πάλι τις ομοφυλοφιλικές σχέσεις, τις οποίες είχε νομιμοποιήσει η Ρωσική Επανάσταση και οι Μπολσεβίκοι), ζει ακόμα σε μεγάλα κομμάτια της ελληνικής Αριστεράς.
Οι αγώνες διεθνώς για το δικαίωμα στην έκτρωση και για τα ΛΟΑΤ δικαιώματα έχουν ταρακουνήσει τις κυρίαρχες απόψεις που θεωρούν ότι οι ερωτικές σχέσεις «έχουν σκοπό» οπωσδήποτε την αναπαραγωγή, τον ετερόφυλο γάμο και την πατριαρχική οικογένεια.  Τα αιτήματα του γυναικείου κινήματος για σεξουαλική πληροφόρηση και υγεία, βασίστηκαν στο γεγονός ότι οι γυναίκες είναι και σεξουαλικά όντα και επομένως έχουν το δικαίωμα στη σεξουαλική ικανοποίηση και στον έλεγχο των ερωτικών σχέσεων από τις ίδιες. Ένα από τα βασικά μηνύματα από αυτή τη μάχη ήταν ότι δεν υπήρχε ένας μοναδικός “σωστός τρόπος” για τη σεξουαλική απόλαυση, αλλά στην πραγματικότητα υπήρχαν πολλές δυνατότητες.

Ενώ το ΛΟΑΤ κίνημα είναι ο βασικός φορέας για τη διεκδίκηση ίσων ΛΟΑΤ δικαιωμάτων σήμερα (και όχι κάποια στιγμή σε μια σοσιαλιστική κοινωνία), ο τελικός στόχος είναι μεγαλύτερος και πιο δύσκολος.  Το όραμα που έχουμε είναι η ανατροπή του ετεροσεξιστικού συστήματος και άρα κάθε ετεροκανονικής νόρμας που προωθεί ή/και επιβάλλει το καπιταλιστικό κράτος. Στην πάλη για αυτό το σκοπό απαιτείται να  αποφορτίσουμε τη σεξουαλικότητα από τις αρνητικές νοηματοδοτήσεις που έχουν επικρατήσει για αυτήν: Για παράδειγμα, η σεξουαλικότητα ως απειλή («θα σε γαμήσω») και η ομοφυλοφιλία ως βρισιά («παλιοπούστη»). Ως Μαρξίστριες και Μαρξιστές,  η πάλη μας απέναντι στο σεξισμό πρέπει να περιέχει τον αγώνα για την αλλαγή του ρόλου που παίζει το κοινωνικό φύλο και η σεξουαλικότητα στην καθημερινή κυρίαρχη σεξιστική κουλτούρα, δηλαδή τον αγώνα για μια ελεύθερη σεξουαλικότητα. Όπως και σε κάθε άλλη μάχη που δίνουμε, θα πρέπει να είμαστε αντίθετες και αντίθετοι σε λογικές που υποστηρίζουν ότι δεν πρέπει η προσέγγισή μας να είναι πολύ «ωμή» ή ριζοσπαστική έτσι ώστε να μην αποξενώνει τη στρέιτ πλειοψηφία ή και συμπαθούντες φιλελεύθερους. Επομένως πρέπει να συμβάλουμε στην ενημέρωση του κόσμου πάνω στα ζητήματα του έρωτα και της σεξουαλικότητας, επιμένοντας ιδιαίτερα στα θεωρούμενα ταμπού: Η ομοφυλοφιλία, η γυναικεία σεξουαλικότητα, η πρωκτική διέγερση των στρέιτ ανδρών, η συζήτηση για τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα, όλα αυτά είναι θέματα που στην καλύτερη περίπτωση καλύπτονται από ένα πέπλο μυστηρίου (και άρα άγνοιας), και στη χειρότερη εντάσσονται στο πεδίο του «απαγορευμένου» ή/και «ανώμαλου».  Υπό την επιρροή τέτοιων παγιωμένων ταμπού, οι άνθρωποι μπορούν να παρεξηγήσουν και παρεξηγούν τη σεξουαλικότητά τους. Η ψευδής συνείδηση, η αποξένωση, η εσωτερίκευση των σχέσεων της καταπίεσης, η κανονικοποίηση των σεξιστικών πολιτιστικών μορφών και τα κατασταλτικά αισθήματα ενοχής είναι πραγματικά εμπόδια στην προσπάθεια για την κατανόηση και τον επαναπροσδιορισμό της σεξουαλικότητάς.

Το πρώτο αίτημα, ανοίγοντας τον δρόμο σε μια τέτοια διαδικασία της σεξουαλικής χειραφέτησης, είναι η υπεράσπιση της συναίνεσης, αλλά και της ατομικής οικονομικής ανεξαρτησίας. Ο αγώνας μας λοιπόν, είναι αναγκαίο να περιλαμβάνει αιτήματα για την ενίσχυση των υλικών συνθηκών που θα καταστήσουν δυνατή σε όλα τα μέλη της κοινωνίας  την αντίσταση στις επιβολές αυτών που παραβιάζουν τα δικαιώματα και τη σεξουαλική αυτονομία τους, μέσα από ανεπιθύμητες σεξουαλικές ή/και συναισθηματικές σχέσεις. Έτσι, τα βασικά αιτήματα για την πλήρη απασχόληση, προγράμματα θετικής διάκρισης για τις γυναίκες και τις μειονότητες, εγγυημένο εισόδημα, αξιόπιστες και ποιοτικές υπηρεσίες παιδικής μέριμνας, στέγαση, υπηρεσίες υγείας και αναπαραγωγικά δικαιώματα συμπεριλαμβανομένης της άμβλωσης στους πρώτους μήνες της κύησης, είναι απαραίτητο υπόβαθρο για την ελεύθερη ερωτική έκφραση. Η ανάγκη να συνδυαστεί ο αγώνας για μια πιο ελεύθερη σεξουαλικότητα με τον αγώνα για την υπεράσπιση της κοινωνικής ασφάλειας και της πλήρους απασχόλησης είναι το ΚΛΕΙΔΙ για την αντιμετώπιση της δεξιάς αντίδραση κατά των γυναικών και της ΛΟΑΤ κοινότητας.

Υπεράσπιση ή αποδόμηση των ταυτοτήτων - «ταμπέλων»;

 Εν αρχή ήν η Τζούντιθ Μπάτλερ…

Η θεωρία της Τζούντιθ Μπάτλερ και των υπόλοιπων θεωρητικών του queer (κουίρ) κινήματος και του 3ου κύματος του φεμινισμού έχει κορυφώσει εδώ και 25 χρόνια τη συζήτηση για την αναγκαιότητα ή μη της αποδόμησης των φύλων και των ερωτικών ταυτοτήτων. Σύμφωνα με την Τζούντιθ Μπάτλερ, στα πλαίσια των σημερινών κοινωνιών, από τη στιγμή που θα ονομαστεί ένα σώμα αρσενικό ή θηλυκό, αυτόματα «αποκτά» την κοινωνικά αποδεκτή συμπεριφορά για αυτό το φύλο και ταυτόχρονα επιθυμεί ερωτικά μόνο το αντίθετο φύλο. Προκύπτει δηλαδή απευθείας σύνδεση του ανατομικού φύλου (αρσενικό σώμα), του κοινωνικού φύλου (ανδρικό φέρσιμο) και της ετεροφυλόφιλης ερωτικής επιθυμίας (οι άνδρες επιθυμούν γυναίκες). Με βάση αυτή την παραδοχή, το queer κίνημα στη μεγάλη του πλειονότητα (ειδικά στην Ελλάδα) προτείνει την κατάργηση της χρήσης όλων αυτών των ταυτοτήτων/ταμπέλων και την αντικατάστασή τους από τον όρο queer (που στα αγγλικά σημαίνει αλλόκοτος/-η). Πολύ σωστά οι queer θεωρούν ότι τα φύλα και οι διαφορετικές ερωτικές ταυτότητες και ταυτότητες φύλου θα έπρεπε να είναι αποδεκτές από την κοινωνία και το κράτος, χωρίς να ταυτίζονται με συγκεκριμένες συμπεριφορές και ερωτικές επιθυμίες, χωρίς δηλαδή να έχουν καμιά απολύτως κοινωνική συνέπεια και σημασία. Με βάση την queer θεωρία, δεν υπάρχουν φύλα ούτε και ταμπέλες σεξουαλικότητας, υπάρχουν μόνο άνθρωποι. Υπάρχουν μόνο queer.

Πράγματι, το ανατομικό (βιολογικό) φύλο θεωρείται από το σύστημα και από μεγάλο μέρος της κοινωνίας ως το μόνο πραγματικόως η μόνη υπαρκτή έννοια φύλου, από την οποία «απορρέει» το κοινωνικό φύλο και η ετεροφυλόφιλη επιθυμία ως η φυσική/φυσιολογική έκφρασή του. Ως lgbt/Κόκκινο πιστεύουμε, λοιπόν, ότι η συμβολή της queer θεωρίας και του 3ου κύματος του φεμινισμού είναι σημαντική και πρέπει να συνυπολογίζεται, στο βαθμό μάλιστα που αποκαλύπτει τους μηχανισμούς και τις συνθήκες κατασκευής του κοινωνικού φύλου και της επιτέλεσής του κατά τις κοινωνικές πρακτικές.

Είναι, όμως, αναπόφευκτη η απόλυτη σύνδεση του ανατομικού με το κοινωνικό φύλο και την ετεροφυλόφιλη ερωτική επιθυμία, όπως υποστηρίζει η Μπάτλερ; Στα πλαίσια της πατριαρχίας, που κυριαρχεί στις σημερινές κοινωνίες, σίγουρα ναι! Η πατριαρχία είναι εκείνη που επιβάλλει την ιεραρχία ανάμεσα στα φύλα και ορίζει ποια συμπεριφορά είναι αποδεκτό να έχει το κάθε φύλο. Η πατριαρχία υποχρεώνει τους ανθρώπους να «επιτελούν το φύλο τους» (δηλαδή να υποκρίνονται – να «παίζουν» το φύλο τους) μέσα από συμπεριφορές που θεωρούνται... φυσιολογικές, ενώ στην πραγματικότητα είναι κατασκευές (πχ το ντύσιμο, οι κινήσεις, το περπάτημα, το συνολικό φέρσιμο ενός ανθρώπου, ακόμα-ακόμα και η ψυχοσύνθεσή του). Η «γυναικεία ψυχοσύνθεση», «η αρρενωπή συμπεριφορά», γενικότερα η θηλυκότητα και η αρρενωπότητα είναι κατασκευασμένες συμπεριφορές, που εξυπηρετούν και «αυτοεπιβεβαιώνουν» τις διακρίσεις μεταξύ ανδρών και γυναικών. Για παράδειγμα η επιβλητική συμπεριφορά του άντρα εκπληρώνει το ρόλο του άντρα ως κυρίαρχο φύλο, η χαριτωμένη συμπεριφορά της γυναίκας εκπληρώνει το ρόλο της γυναίκας ως δεύτερης στην ιεραρχία και, άρα, επιβεβαιώνει την επιταγή ότι πρέπει «να δίνει χαρά στον άντρα». Με δεδομένο μάλιστα ότι κάθε εκμεταλλευτικό σύστημα αξιοποιεί την (προϋπάρχουσα) πατριαρχία προς όφελός του, είναι ο καπιταλισμός σήμερα που ενθαρρύνει την έμφυλη ιεραρχία και καταπίεση...



Αποδόμηση της … αποδόμησης ή αλλιώς μια πρώτη κριτική της queer θεωρίας

Και στο Σοσιαλισμό; Εκεί η έμφυλη καταπίεση θα λυθεί με το μαγικό ραβδάκι της κατάργησης της οικονομικής εκμετάλλευσης; Σίγουρα όχι! Ύστερα από τόσους αιώνες πατριαρχίας, έχει εμπεδωθεί δυστυχώς η γραμμική σύνδεση ανατομικού, κοινωνικού φύλου και ετεροφυλοφιλίας. Γι’ αυτό, τόσο το γυναικείο όσο και το ΛΟΑΤ κίνημα είναι απολύτως απαραίτητο να διατηρούν σημαντικό βαθμό αυτονομίας, σε συμπόρευση με το εργατικό κίνημα, αλλά όχι πλήρη ταύτιση. Η ταξική διάσταση της καταπίεσης των ομοφυλόφιλων και των τρανς είναι απόλυτα υπαρκτή, αλλά όχι η μοναδική. Η καταπίεση των γυναικών και των ΛΟΑΤ διαπερνά όλες τις τάξεις, αλλά είναι πολύ πιο έντονη στις κατώτερες από αυτές, στον κόσμο της εργασίας. Οι ομοφυλόφιλοι και οι τρανς που ανήκουν στις ανώτερες τάξεις έχουν πολύ διαφορετικά μέσα για να αντιμετωπίσουν την καταπίεση που υφίστανται, σε σχέση με τους εργαζόμενους και άνεργους ΛΟΑΤ. Υπό αυτή -και μόνο- την έννοια έχουμε υποστηρίξει ότι η καταπίεση των ΛΟΑΤ καταλήγει να είναι και αυτή ένα ταξικό ζήτημα. Αυτό όμως καθόλου δε σημαίνει πως η υπέρβαση της οικονομικής εκμετάλλευσης οδηγεί παράλληλα και στην καταπολέμηση της έμφυλης καταπίεσης. Βοηθά βέβαια, αλλά δεν την προδικάζει. Ο πραγματικός Σοσιαλισμός, πάντως, συμπεριλαμβάνει την κατάργηση κάθε εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Δε νοείται, δηλαδή, Σοσιαλισμός χωρίς ισότητα ανδρών και γυναικών, ετεροφυλόφιλων και ομοφυλόφιλων, cisgender[i] και transgender. Επομένως, η αντικαπιταλιστική πτέρυγα του ΛΟΑΤ κινήματος είναι απαραίτητο να έχει ως στόχο της το σπάσιμο εδώ και τώρα αυτής της γραμμικής σύνδεσης ανατομικού φύλου - κοινωνικού φύλου - ετεροφυλόφιλης ερωτικής επιθυμίας, το σπάσιμο δηλαδή της έμφυλης καταπίεσης. Μπορούμε και πρέπει να πολεμήσουμε την ταύτιση κάθε φύλου με συγκεκριμένες κοινωνικές και ερωτικές συμπεριφορές, διαλύοντας ταυτόχρονα την έως τώρα αδιαίρετη «αλυσίδα της έμφυλης καταπίεσης»!

Ένας επιπλέον λόγος που το τρίτο κύμα του φεμινισμού (Μπάτλερ κλπ) αντικαθιστά τις έμφυλες ταυτότητες με τον όρο queer είναι η πολλαπλότητα – πολυπλοκότητα της έκφρασης φύλου και σεξουαλικότητας. Οι queer υποστηρίζουν ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να βιώνει εντελώς διαφορετικά το φύλο και τη σεξουαλικότητά του. Πχ κάποιος άνδρας μπορεί να ενδιαφέρεται κυρίως για άνδρες, αλλά σε κάποιο βαθμό και για γυναίκες, σε διαφορετικές περιόδους της ζωής του ή και πάντα. Ο συγκεκριμένος άνδρας ενδέχεται να μην προτιμά την ταμπέλα γκέι, αλλά ούτε και αμφί, γιατί θεωρεί ότι το αμφί σημαίνει έλξη και από τα 2 φύλα «σε ίδιο ποσοστό». Έτσι, αυτοπροσδιορίζεται ως queer, καθώς με αυτόν τον τρόπο απελευθερώνεται από τα κουτάκια που περιορίζουν την σεξουαλικότητά του είτε μόνο προς άνδρες είτε εξίσου προς άνδρες και γυναίκες «σε ίδιο ακριβώς ποσοστό» (50-50). Οι queer δεν έχουν άδικο, καθώς η σεξουαλικότητα και η έκφραση φύλου είναι μια ατομική/υποκειμενική υπόθεση. Ωστόσο, οι υπαρκτές πολυπλοκότητες κάθε άνδρα που επιθυμεί άνδρες και περιστασιακά και γυναίκες συνθέτουν μια ενιαία ταυτότητα, την ταυτότητα του αμφιφυλόφιλου. Αυτονόητα, κάθε αμφί άνδρας εκφράζεται διαφορετικά από τους υπόλοιπους: άλλος μπορεί να ενδιαφέρεται κυρίως για γυναίκες, άλλος πολύ σπάνια για άνδρες, άλλος σχεδόν πάντα για άνδρες και όλες αυτές οι επιθυμίες να επιμερίζονται σε διαφορετικές φάσεις της ζωής του καθενός αμφί. Όλοι, πάντως, καταπιέζονται από το σύστημα και μεγάλο μέρος της κοινωνίας για την ομοερωτική πλευρά της σεξουαλικότητάς τους. Να ένα κοινό στοιχείο, που σαφέστατα συγκροτεί την ταυτότητα του αμφί, με βάση την οποία οι αμφιφυλόφιλοι διεκδικούν ίσα δικαιώματα με τους ετεροφυλόφιλους. 

Συνεπώς, η queer θεωρία, ειδικά όπως την εφαρμόζουν οι ελληνικές queer ομάδες (που σχεδόν όλες ανήκουν στον αναρχοαυτόνομο χώρο), αρνείται την ύπαρξη των ταυτοτήτων και παράλληλα -προφανώς- αρνείται και την «ολότητα» της καταπίεσης που υφίσταται κάθε ταυτότητα-ταμπέλα. Πίσω από την θεώρηση αυτή κρύβεται η μεταμοντέρνα άρνηση των «Μεγάλων Αφηγήσεων», η άρνηση της δυνατότητας των ανθρώπων να διεκδικούν και να επιτυγχάνουν δικαιώματα με όχημα την κοινή ταυτότητά τους. Οι queer υποστηρίζουν την απόλυτη αντιπαράθεση ανάμεσα στην πολλαπλότητα της σεξουαλικότητας και της έκφρασης φύλου από τη μια πλευρά και στην ολότητα των ταυτοτήτων-ταμπέλων από την άλλη. Δεν είναι, όμως, έτσι τα πράγματα. Αν και αληθεύει ότι στα ζητήματα φύλου και σεξουαλικότητας δεν υπάρχουν αδιάσπαστες ολότητες, οι υποκειμενικότητες των διαφορετικών ατόμων συνθέτουν κοινές ταυτότητες-ταμπέλες, οι οποίες μάλιστα είναι και απολύτως απαραίτητες για την έμφυλη απελευθέρωση, όπως θα εξηγήσουμε παρακάτω.

Είναι δεδομένο ότι στις σημερινές πατριαρχικές κοινωνίες καταστέλλονται συγκεκριμένες ταυτότητες: κάθε άνθρωπος που επιθυμεί, έστω και περιστασιακά, το ίδιο με αυτόν φύλο χαρακτηρίζεται «μη φυσιολογικός» και δεν του επιτρέπεται να εκφράσει την σεξουαλικότητά του ισότιμα με αυτούς που έλκονται αποκλειστικά από το άλλο φύλο. Τα ίδια ισχύουν και για τους ανθρώπους που δεν επιθυμούν να εκφράσουν το ανατομικό τους φύλο με το ντύσιμο και τις συμπεριφορές που η πατριαρχία θεωρεί φυσιολογικές. Εδώ, λοιπόν, γεννάται το ερώτημα ποιός είναι ο καταλληλότερος τρόπος με τον οποίο οι καταπιεσμένοι και οι καταπιεσμένες θα αγωνιστούν για δικαιώματα και για την οριστική απελευθέρωση από την έμφυλη καταπίεση: παλεύοντας ως ατομικότητες βάσει της υποκειμενικότητας της έκφρασης φύλου και της σεξουαλικότητάς τους ή ως ομάδες προσώπων βάσει των κοινών στοιχείων που συγκροτούν μία ταυτότητα-ταμπέλα; Τι θα είναι πιο αποτελεσματικό; Εμείς αυτονόητα επιλέγουμε το δεύτερο, τις ομάδες προσώπων και τις ταυτότητες.

Ας δώσουμε ένα παράδειγμα: με ποιόν τρόπο οι γυναίκες θα διεκδικήσουν πιο αποτελεσματικά την ίδρυση και λειτουργία δομών υποστήριξης κακοποιημένων γυναικών; Ως queer ή ως γυναίκες; Κατά τη γνώμη μας το αίτημα αυτό χρειάζεται να έχει εξειδικευμένη αντιμετώπιση, καθώς διεκδικούμε, όχι στο πλαίσιο κακοποιημένων ανθρώπων γενικά, αλλά γυναικών, γιατί αυτές είναι που υφίστανται τη βία. Αντίστοιχα, πώς θα παλέψουν οι γκέι και οι αμφί για το δικαίωμα στον ομόφυλο γάμο; Ως queer ή ως κοινότητα των γκέι και αμφί; Προφανώς ως κοινότητα των γκέι και των αμφί!

Πιο αναλυτικά, το ΛΟΑΤ και φεμινιστικό κίνημα παλεύει για την απόλυτη ισότητα των φύλων, για τον ομόφυλο γάμο, την αλλαγή εγγράφων των διεμφυλικών χωρίς ιατρικές προυποθέσεις (στείρωση κλπ), σεξουαλική αγωγή στα σχολεία με ισότιμη παρουσίαση της ομοφυλοφιλίας, για το δικαίωμα διακοπής κύησης στις γυναίκες, ισότητα στην εργασία για τις γυναίκες, για δωρεάν βρεφονηπιακούς σταθμούς, αποτελεσματικές δομές προστασίας των κακοποιημένων γυναικών και ΛΟΑΤ κλπ. Είναι ανάγκη, λοιπόν, να δούμε πώς παρεμβαίνουμε στην κοινωνία, πώς θα επιτύχουμε τα αιτήματά μας μέσα από μια μαζική πολιτική δράση, ποιά τακτική θα εξυπηρετήσει καλύτερα τις διεκδικήσεις μας.


Και τι θα μπορούσε να μας πει ο επαναστατικός μαρξισμός ως προς όλα αυτά;

Η συνεισφορά του επαναστατικού μαρξισμού έγκειται ακριβώς σε αυτό, στην τακτική δηλαδή, η οποία πρέπει να εξυπηρετεί την στρατηγική. Ασφαλώς δε θα σταθούμε απέναντι στα βασικά συμπεράσματα της queer θεωρίας Κι εμείς αναγνωρίζουμε την πολλαπλότητα και πολυπλοκότητα της ανθρώπινης σεξουαλικότητας και έκφρασης φύλου. Το θέμα μας, ωστόσο, είναι ότι δεν κάνουμε μαζική πολιτική με την στρατηγική μας, αλλά δομούμε μια τακτική που οδηγεί στη στρατηγική, στο στόχο, στο όραμα. Με βάση τον επαναστατικό μαρξισμό και τη θεωρία του Τρότσκι, η τακτική μας βασίζεται σε ένα πρόγραμμα μεταβατικών αιτημάτων. Πρέπει, δηλαδή, να μας απασχολεί ποιά είναι εκείνα τα αιτήματα για τα οποία θα παλέψουν οι καταπιεσμένες και οι καταπιεσμένοι. Πέρα και πάνω απ’ όλα έχει σημασία ποιά αιτήματα θα μπορούσαν να συμπαρασύρουν μαζικά ακροατήρια και να αλλάξουν συνειδήσεις μέσα από τους αγώνες, για να γίνουν δεκτά τα αιτήματα από το καπιταλιστικό κράτος. Κάτι τέτοιο έχει ήδη συμβεί σε πολλά κράτη, υπό την ασφυκτική πίεση του ΛΟΑΤ κινήματος...

Ο στρατηγικός μας στόχος βέβαια είναι κοινός με τους queer: Η πλήρης και οριστική απελευθέρωση από την έμφυλη καταπίεση και η αποδόμηση των φύλων και των ερωτικών ταυτοτήτων-ταμπέλων. Διαφέρουμε, όμως, ως προς την τακτική μας. Σε αντίθεση με τις ελληνικές (τουλάχιστον) queer ομάδες, εμείς βρίσκουμε εντελώς άτοπη στο σήμερα την απεύθυνση στην κοινωνία μέσα από τα εργαλεία και τις αναλύσεις της queer θεωρίας. Οι διεκδικήσεις στην Ελλάδα του τώρα πρέπει να γίνονται βάσει των ταυτοτήτων! Στο εσωτερικό, όμως, των ΛΟΑΤ και γυναικείων οργανώσεων και των επαναστατικών μαρξιστικών κομμάτων και οργανώσεων μπορεί (και πρέπει) να χρησιμοποιείται η queer θεωρία, καθώς με αυτήν θα απευθυνόμαστε στα πιο πρωτοπόρα κομμάτια του κινήματος.

Άλλωστε, την ίδια ακριβώς τακτική εφαρμόζουμε και ευρύτερα για την υπόθεση της ανθρώπινης απελευθέρωσης. Ο στόχος μας, βέβαια, είναι ο κομμουνισμός, δηλαδή η κοινωνία της καθολικής ανθρώπινης χειραφέτησης. Σε αυτό συμφωνούμε με τους αναρχικούς και αντιεξουσιαστές (την queer θεωρία υιοθετούν και εφαρμόζουν ως τακτική στο σήμερα κυρίως οι ομάδες του χώρου της αυτονομίας και του αναρχισμού). Αλλά για να φτάσουμε εκεί είναι απαραίτητο πρώτα να καταστρέψουμε το καταπιεστικό καπιταλιστικό κράτος και να εγκαθιδρύσουμε ένα άλλο κράτος, σοσιαλιστικό, όπου την εξουσία θα ασκεί ο κόσμος της εργασίας και οι (προφανώς πρώην) καταπιεσμένοι και καταπιεσμένες. Εφόσον ζούμε στον καπιταλισμό, αγωνιζόμαστε με την ταυτότητα-ταμπέλα του εργαζόμενου μέσα από τις οργανώσεις των εργαζόμενων, για να ανατρέψουμε το σύστημα που μας αναγκάζει να είμαστε εργαζόμενοι, με σκοπό το σοσιαλισμό - και άρα την κατάργηση των τάξεων, την ταυτόχρονη κατάργηση της ταυτότητας του εργαζόμενου και του αστού. Στο έδαφος αυτού του σοσιαλιστικού κράτους μπορεί να εμπεδωθεί η ιδεολογία της ισότητας και της αλληλεγγύης, που θα οδηγήσει στην αταξική κοινωνία, τον κομμουνισμό. 

Το σύνθημά μας, όμως, προς τα μαζικά ακροατήρια του κόσμου της εργασίας και των καταπιεσμένων δεν μπορεί να είναι μόνο «η καταστροφή του καπιταλιστικού κράτους». Οι μάζες για να φτάσουν στο συμπέρασμα ότι, χωρίς την καταστροφή του καπιταλιστικού κράτους δεν γίνεται να βελτιωθεί ουσιαστικά και καταλυτικά η ζωή τους, πρέπει πρώτα να συμμετάσχουν σε μαζικούς αγώνες για επιμέρους αιτήματα, όπως οι αυξήσεις μισθών και επιδομάτων, η θέσπιση εργατικών δικαιωμάτων και δημοκρατικών ελευθεριών κλπ. Τα οποία, μάλιστα, αιτήματα σε κάποιες περιπτώσεις είναι δυνατό γίνουν δεκτά από το καπιταλιστικό κράτος, με αποτέλεσμα τη βελτίωση της θέσης των εργαζόμενων και καταπιεσμένων και την αύξηση των δυνατοτήτων για αγώνες ακόμα πιο «προωθημένων» αιτημάτων. Οι επαναστάτες μαρξιστές και μαρξίστριες, λοιπόν, προτάσσουμε ένα πρόγραμμα μεταβατικών αιτημάτων, που είναι απαραίτητο να περιλαμβάνει και τα αιτήματα του ΛΟΑΤ και γυναικείου κινήματος. Οι αγώνες αυτοί αυτονόητα γίνονται από ανθρώπους που έχουν κοινά χαρακτηριστικά και επομένως κοινά συμφέροντα, έχουν δηλαδή κοινή ταυτότητα και συναποτελούν ένα συλλογικό υποκείμενο. Γι’ αυτό το λόγο δεν αξιολογούμε την queer θεωρία και την αποδόμηση των ταυτοτήτων ως μια τακτική για το σήμερα, αλλά μόνο ως ένα εργαλείο απεύθυνσης στις πρωτοπορίες του ΛΟΑΤ και γυναικείου κινήματος. Χρησιμοποιούμε στο σήμερα τις ταυτότητες-ταμπέλες, για να τις καταστρέψουμε μια μέρα, όταν θα έχει επιτευχθεί πια η ισότητα όλων! 




[i] "Cisgender" (μη-τρανς) είναι οι άνθρωποι που δεν έχουν θέμα με το φύλο που τους αποδόθηκε κατά τη γέννηση, σε αντίθεση με τους/τις transgender που δεν αποδέχονται το φύλο που τους αποδόθηκε όταν γεννήθηκαν.

Oμάδα lgbt/Κόκκινο, ενάντια στον ετεροσεξισμό και τον καπιταλισμό

Παρασκευή 4 Μαρτίου 2016

Ωμή ομοφοβία ή σκέτη ασχετίλα;

(δεν ξέρουμε ποιο είναι χειρότερο...)



Οι ετεροχρονισμένες δηλώσεις της πρώην βουλευτή Ραχήλ Μακρή εναντίον της κατάργησης του άρθρου 347 του Ποινικού Κώδικα (που πρακτικά ποινικοποιούσε τη λεγόμενη «παρά φύσιν ασέλγεια», με το πρόσχημα της αποπλάνησης ανηλικών κάτω των 17 ετών), δεν μπορούμε να ξέρουμε αν έγιναν λόγω ομοφοβίας  ή/και άγνοιας. Η Ραχήλ Μακρή -και μαζί της το αριστερό ιστολόγιο «άνεμος ανατροπής»- υποστήριξαν ότι με την κατάργηση του άρθρου αυτού νομιμοποιείται η παιδεραστία! Αποσιώπησαν βέβαια ότι η ποινικοποίηση της  αποπλάνησης ανηλίκων εξακολουθεί να ισχύει μέσω του άρθρου 339, το οποίο δεν συμπεριλαμβάνει αρνητικές διακρίσεις εναντίον των ομοφυλόφιλων ανδρών. Αντιθέτως το άρθρο 347, που επιτέλους καταργήθηκε, παραβίαζε την αρχή της ισότητας διότι:
  • Εισήγαγε αρνητική διάκριση για το σεξ μεταξύ αρρένων, αφού έκανε λόγο για «παρά φύσιν ασέλγεια».
  • Προέβλεπε διαφορετικό κατώτερο όριο ηλικίας συγκατάθεσης μεταξύ αρρένων (συμπληρωμένο 17ο έτος ηλικίας), σε σχέση με το σεξ μεταξύ ετερόφυλων ή γυναικών (το όριο συναίνεσης μεταξύ ενήλικα άνδρα και ανήλικης γυναίκας, ενήλικης γυναίκας και ανήλικης γυναίκας και μεταξύ ενήλικης γυναίκας και ανήλικου άνδρα βάση του άρθρου 339 του ποινικού κώδικα καθορίζεται στα 15 έτη).
  • Ποινικοποιούσε την αντρική σεξουαλική εργασία, εν αντιθέσει με τη γυναικεία.
  • Αποτελούσε άλλοθι για διώξεις κατά προσώπων, σε περιπτώσεις προσαγωγών σε μπαρ και κλαμπ που σύχναζαν ομόφυλα άτομα.        (στοιχεία από άρθρο του antivirus)
Είμαστε βέβαιες και βέβαιοι ότι η συντριπτική πλειονότητα των μελών της Λαϊκής Ενότητας συμφωνεί με τηνκατάργηση του εν λόγω άρθρου. Η ταύτιση όμως της πρώην βουλευτή με το χώρο της ΛΑ.Ε. αποτέλεσε αφορμή για το στιγματισμό ολόκληρου του μετώπου της ριζοσπαστικής αριστεράς από μερίδα νεοφιλελεύθερων ΛΟΑΤ ακτιβιστών και στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Με δεδομένο λοιπόν ότι η πρώην βουλευτής δεν έχει ανασκευάσει τις ομοφοβικές δηλώσεις της, ενισχύεται η ήδη υπάρχουσα αναγκαιότητα για σύγκληση συνδιάσκεψης της ΛΑ.Ε. τους επόμενους τρεις (το πολύ) μήνες, που θα αποσαφηνίσει τις θέσεις του μετώπου για όλα τα θέματα – και τα ΛΟΑΤ φυσικά. Ειδικότερα στο ζήτημα των συμμαχιών, ελπίζουμε ότι η πλειονότητα των μελών της ΛΑ.Ε. θα αποφασίσει στην επερχόμενη συνδιάσκεψη ότι η απεύθυνση του μετώπου δε θα στρέφεται προς τον χώρο του πατριωτισμού, αλλά προς το χώρο της ριζοσπαστικής και αντικαπιταλιστικής αριστεράς (ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ΑΡΚ, ΔΥΡΙΖΑ, Ξεκίνημα, ΕΕΚ) και θα συνοδεύεται από αντίστοιχη ριζοσπαστικοποίηση του προγράμματος της ΛΑ.Ε. τόσο στα ΛΟΑΤ ζητήματα όσο και σε κάθε άλλο ζήτημα (στάση πληρωμών στο χρέος, καμιά απολύτως θυσία για το ευρώ, κατάργηση μνημονίων, ρήξη με την τρόικα και την ευρωζώνη, ανοιχτά σύνορα για όλες και όλους, απόλυτη ταξική μονομέρεια υπέρ του κόσμου της εργασίας και των καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων).
Τέλος, δεν έχουν κανένα δικαίωμα οι ΛΟΑΤ friendly βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ να απαξιώνουν τη ριζοσπαστική αριστερά λόγω των δηλώσεων της Ραχήλ Μακρή, θεωρώντας ότι εκπροσωπούν την Αριστερά. Ας επικεντρωθούν στα βασικά ΛΟΑΤ δικαιώματα, που έχουν μείνει στην απ’ έξω, παρά τις μεγαλόστομες υποσχέσεις (νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, ομόφυλος γάμος, δικαίωμα παιδοθεσίας και αναγνώριση της γονικής μέριμνας στα πλαίσια του συμφώνου συμβίωσης, σεξουαλική αγωγή στα σχολεία χωρίς διακρίσεις για λόγους σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου). Και ας μην έχουν καμιά αμφιβολία ότι μπορεί να βοηθήσει τη ΛΟΑΤ κοινότητα η πολιτική φτωχοποίησης της ελληνικής κοινωνίας την οποία ακολουθούν μέσω της εφαρμογής των μνημονίων. Ο φτωχός γκέι έχει πολύ λιγότερες δυνατότητες για ανεξάρτητη ζωή σε σύγκριση με τον ευκατάστατο ή πλούσιο γκέι. Είναι γνωστά πράγματα αυτά...

lgbtkokkino.blogspot.gr


Τρίτη 8 Σεπτεμβρίου 2015

ΚAI ψωμί ΚΑΙ μαργαρίτες!

Κείμενο αποχώρησης από την ομάδα σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου ΣΥΡΙΖΑ


Το φθινόπωρο του 2012 ιδρύθηκε η «ομάδα σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου» στο ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που διαχρονικά στεκόταν πλάι στις διεκδικήσεις του ΛΟΑΤ και φεμινιστικού κινήματος. Η ομάδα ιδρύθηκε με πρωτοβουλία νέων και παλαιότερων μελών του ΣΥΡΙΖΑ, που με ενθουσιασμό ξεκινήσαμε να επεξεργαζόμαστε θέσεις και προτάσεις προς τα όργανα του κόμματος. Με τη συμβολή και της «ομάδας σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου», το κόμμα τότε υιοθετούσε ολόκληρη την ατζέντα των διεκδικήσεων του γκέι και τρανς κινήματος. Μάλιστα στο συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ το 2013, ενσωματώθηκε στις θέσεις του κόμματος η θέσμιση του γάμου ομόφυλων ζευγαριών με πλήρη και ίσα δικαιώματα και η πλήρης νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου (σημείο 13.21).

Την ίδια περίοδο, ωστόσο, παρουσιάστηκαν και τα πρώτα «αγκάθια»: Κορυφαία στελέχη και βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ (πχ Τατσόπουλος και Σκουρλέτης) άρθρωναν ομοφοβικό ή/και τρανσφοβικό λόγο. Κάπου εκεί ξεκίνησαν και οι “αντιφατικές” δηλώσεις του Αλέξη Τσίπρα. Σε συνέντευξή του στο ΒΗΜΑ «διευκρίνισε» ότι ο γάμος ομόφυλων ζευγαριών θα θεσπιστεί από μια κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ μόνο «αφού σταθεροποιηθεί η πολιτική και κοινωνική ζωή». Παράλληλα, πριν τις εκλογές του Γενάρη φέτος τόνισε ότι δε μπορεί να δοθεί δικαίωμα παιδοθεσίας στα ομόφυλα ζευγάρια, γιατί «υπάρχει διχογνωμία στην επιστημονική κοινότητα για το θέμα αυτό», κάτι βέβαια που προφανώς και δεν ισχύει. Αυτές οι δηλώσεις αποκάλυψαν πόσο επιδερμική είναι η σχέση της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ με τα ΛΟΑΤ ζητήματα...

Ακόμα πιο απογοητευτική ήταν η στάση της κυβέρνησης Τσίπρα, ύστερα από τη μεγάλη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Γενάρη. Αν και στις προγραμματικές δηλώσεις ειπώθηκε καθαρά ότι θα θεσπιστεί έστω το σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια, τελικά η εξαγγελία έμεινε στα λόγια, αφού πρώτα «διέρρευσε» το επιχείρημα ότι δε γίνεται να δοθούν ασφαλιστικά και φορολογικά δικαιώματα στα ομόφυλα ζευγάρια, γιατί θα θεωρηθεί... μονομερής ενέργεια της κυβέρνησης απέναντι στην τρόικα! Άλλη μία κυβέρνηση, λοιπόν, «δεν είχε χρόνο να ασχοληθεί με τα ΛΟΑΤ ζητήματα», είχε όμως το χρόνο να ψηφίσει μνημόνια των χιλιάδων σελίδων ενάντια στην κοινωνική πλειοψηφία. Ούτε λόγος φυσικά για το γάμο ομόφυλο ζευγαριών – αν και θα μπορούσε για αρχή να κατατεθεί απλώς μια τροπολογία στον νόμο του 1982 που θα αναφέρει «ανεξαρτήτως του φύλου των νυμφευθέντων». Και στη συνέχεια βέβαια, όταν «θα είχε το χρόνο» η κυβέρνηση, να επεξεργαζόταν ένα καινούριο νόμο από την αρχή, πιο προωθημένο. Αλλά “μάλλον” το θέμα δεν ήταν ο χρόνος... Παράλληλα, στα λόγια έμειναν και οι εξαγγελίες για τη νομική αναγνώριση της ταυτότητας φύλου, παρόλο που ο αρμόδιος υπουργός Εσωτερικών Νίκος Βούτσης ήταν αυτός που, μόλις δυο μήνες πριν αναλάβει το κυβερνητικό πόστο του, είχε μιλήσει ως εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ στη διημερίδα του ΣΥΔ για την ημέρα μνήμης των τρανς θυμάτων και είχε υποσχεθεί... λάιβ ότι αν κυβερνήσει το κόμμα του, η ταυτότητα φύλου θα τύχει πλήρους νομικής αναγνώρισης.

Κατά τη γνώμη μου, η ανυπαρξία νομοθετικού ή άλλου έργου της κυβέρνησης Τσίπρα για τα ΛΟΑΤ ζητήματα συνιστά εμπαιγμό της ΛΟΑΤ κοινότητας, που στήριξε μαζικά τον ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές του Γενάρη. Αποχωρώ λοιπόν απο την «ομάδα σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου» του ΣΥΡΙΖΑ και από το ίδιο το κόμμα.

Δε θα μιλήσω άλλο για τον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ. Το κόμμα αυτό είναι πια ανάξιο λόγου για τις/τους ΛΟΑΤ και τον κόσμο της εργασίας. Τώρα συγκροτείται η Λαϊκή Ενότητα, το νέο μαζικό μέτωπο των εργαζόμενων και των καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων, στο οποίο έχει μεγάλη σημασία να ιδρυθεί άμεσα ΛΟΑΤ ομάδα.

Ας μην επαναληφτούν όμως οι αλλοπρόσαλλες «τακτικές» του παρελθόντος, όταν αριστεροί ΛΟΑΤ ακτιβιστές ορκίζονταν πόλεμο ενάντια στην ΕΕ και παράλληλα αποδέχονταν τη χρηματοδότηση της (τότε) κινηματικής ΛΟΑΤ ομάδας τους με πακέτα της... ΕΕ για το 3ο Thessaloniki Pride. Και δεν είδαμε μόνο αυτή την «τακτική» τα τελευταία δύο χρόνια. Είδαμε αριστερές ΛΟΑΤ ακτιβίστριες να ανέχονται -έως και να υποστηρίζουν- τη διοργάνωση εκδήλωσης από τη ΛΟΑΤ ομάδα τους, που στην πράξη έκλεινε τα μάτια μπροστά στην εγκληματική δράση του κράτους του Ισραήλ εναντίον των Παλαιστινίων, επειδή το κράτος αυτό φέρεται να στηρίζει τα ΛΟΑΤ δικαιώματα (φαίνεται για κάποιους αριστερούς ο αντιιμπεριαλισμός δεν έχει σημασία, όταν πρόκειται να καλέσουν κάποιον δεξιο-απολιτίκ ισραηλινό “ακτιβιστή” τηλεαστέρα να μιλήσει σε εκδήλωση της ΛΟΑΤ ομάδα τους, για να ωραιοποιήσει τη διεθνή εικόνα αυτού του ακραία ιμπεριαλιστικού κράτους). Είδαμε αριστερούς ΛΟΑΤ ακτιβιστές να μη διαχωρίζονται δημόσια, όταν η ομάδα τους τήρησε σιγή ιχθύος στο δημοψήφισμα της 5ης Ιούλη, αρνούμενη να συνταχτεί ανοιχτά με το μεγαλειώδες ΟΧΙ του λαού μας. Είδαμε αριστερούς ακτιβιστές να θεωρούν περιττή πολυτέλεια και δάχτυλο των... αμερικάνων τον ομόφυλο γάμο, όταν κάποιες από εμάς θελήσαμε στα πλαίσια της ομάδας σεξουαλικού προσανατολισμού του ΣΥΡΙΖΑ να προωθήσουμε ψήφισμα προς υπογραφή από τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ για την ανοιχτή υποστήριξη στον ομόφυλο γάμο. Είδαμε αριστερές ακτιβίστριες να μη διστάζουν να καταργήσουν την ανοιχτή συνέλευση της ΛΟΑΤ ομάδας τους, προκειμένου να αποκλείσουν από αυτήν αντικαπιταλίστριες αγωνίστριες και αγωνιστές. Είδαμε αριστερό ακτιβιστή να χαρακτηρίζει σε σύσκεψη «τρικολόρε πουστάρα» έναν άλλον ακτιβιστή, επειδή δεν ταίριαζε με τα δικά του πρότυπα ματσο-αρρενωπής συμπεριφοράς. Είδαμε αριστερούς ακτιβιστές να κράζουν μανιωδώς και δημοσίως μία drag queen που κατέθεσε στέφανο προς τιμήν των θυμάτων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί, επειδή δεν τις άρεσε το ντύσιμό της! Είδαμε, τέλος, σημαντικό στρέιτ στέλεχος της ριζοσπαστικής πτέρυγας του κόμματος να υποτιμά με κραυγαλέο τρόπο τις δράσεις στο ΛΟΑΤ κίνημα, λέγοντας μπροστά σε 200 άτομα την... επική φράση «εδώ ο κόσμος καίγεται και κάποιοι επιμένουν να βγαίνουν στα λιβάδια να μαζεύουν μαργαρίτες»!

Ειδικά αυτό το τελευταίο είναι πολύ σοβαρό περιστατικό και απολύτως ανεπίτρεπτο να επαναληφτεί και στη Λαϊκή Ενότητα, το νέο μαζικό μέτωπο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Ο φεμινισμός και το ΛΟΑΤ κίνημα όχι μόνο δε θα πρέπει να θεωρούνται φιοριτούρες και μαργαρίτες, αλλά να αποτελούν ένα δεδομένο πεδίο παρέμβασης για τη Λαϊκή Ενότητα. Αυτά τα ζητήματα ας μην αποτελούν μια απλή γαρνιτούρα σ’ ένα -κατά τα άλλα- ριζοσπαστικό πρόγραμμα. Ο φεμινισμός και το ΛΟΑΤ κίνημα δεν είναι μια «πολυτέλεια σε εποχές οικονομικής κρίσης». Είναι μια κρίσιμη αναγκαιότητα για την πλειονότητα του πληθυσμού (γυναίκες και ΛΟΑΤ κοινότητα). Η οικονομική και ταξική απελευθέρωση δεν είναι αρκετή. Απαραίτητη, αλλά όχι αρκετή. Ριζοσπαστισμός σημαίνει να πλαισιώνεις τις οικονομικές διεκδικήσεις με τις κοινωνικές. Σημαίνει να δίνεις χώρο στις καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες να εκφράζουν τα αιτήματά τους, να τα υιοθετείς και να παλεύεις κι εσύ γι’ αυτά. Σημαίνει να αναγνωρίζεις ότι τα κοινωνικά κινήματα μπορούν να αναπτυχτούν και να πετύχουν μόνο όταν έχουν μια σχετική αυτονομία από το εργατικό κίνημα. Η σύνδεση με το εργατικό κίνημα είναι βέβαια απαραίτητη. Δε γίνεται όμως να αναβάλουμε τις διεκδικήσεις των γυναικών και των ΛΟΑΤ για το ακαθόριστο μέλλον της εργατικής χειραφέτησης. Ακόμα χειρότερα, ας μη θεωρούμε ότι η εργατική χειράφετηση θα φέρει αυτόματα και τη χειραφέτηση των γυναικών και των ΛΟΑΤ. Αυτές οι εργατίστικες αντιλήψεις για τα κοινωνικά κινήματα δε θα πρέπει ποτέ να βρουν θέση στη Λαϊκή Ενότητα, πόσο μάλλον να κυριαρχήσουν. Οι νίκες στα εργατικά ζητήματα βοηθούν τους ΛΟΑΤ και τις γυναίκες να σταθούν στα πόδια τους, ανεξάρτητες/οι οικονομικά. Αλλά δε φτάνουν βέβαια μόνο αυτές. Ο σεξισμός και η ομοφοβία έχουν ριζωθεί εδώ και αιώνες μέσα στην κοινωνία και χρειάζεται να οργανωθούν και ξεχωριστοί επίμονοι αγώνες και δράσεις για την εξάλειψή τους. Γι’ αυτό, αντί να στοχοποιούνται οι ΛΟΑΤ αγωνιστές και οι φεμινίστριες ως «μονοθεματικές» και «συλλέκτριες μαργαριτών», θα πρέπει στο νέο αυτό μέτωπο της Αριστεράς να επιμείνουμε στην ακριβώς αντίστροφη στοχοποίηση: Να μη γίνει ανεκτή καμιά περιφρόνηση του φεμινισμού και του ΛΟΑΤ κινήματος. Και φυσικά να μη δίνεται καμιά ανοχή σε σεξιστικές ή ομοφοβικές συμπεριφορές και εκφράσεις εντός του μετώπου μας! Δεν είναι οι φεμινίστριες και οι ΛΟΑΤ αγωνιστές «υπερβολικοί». Είναι σεξιστές και ομοφοβικοί όσοι δεν καταλαβαίνουν ότι το να εκφραζόμαστε υποτιμητικά για όσες και όσους δεν εκπληρώνουν τα κυριάρχα πρότυπα συμπεριφοράς και ντυσίματος για το «φύλο τους» δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με την αριστερά...

Υπό αυτό το πρίσμα είναι ενθαρρυντικό που ανακοινώθηκαν ήδη αρκετές υποψηφιότητες στη Λαϊκή Ενότητα από το χώρο του ΛΟΑΤ και φεμινιστικού κινήματος. Είναι ένα πρώτο βασικό βήμα, με την προσδοκία ο αντισεξισμός να φτάσει σύντομα να γίνει βασικό στοιχείο της Λαϊκής Ενότητας. Αν μη τι άλλο, οι γυναίκες και οι ΛΟΑΤ συνέβαλαν καθοριστικά στο μεγάλο ΟΧΙ του λαού μας!


Στρατής Γατελούζος

Τετάρτη 10 Ιουνίου 2015

Για την ισότητα των γκέι, λεσβιών, αμφί, τρανς και ίντερσεξ, για τη συνολική ανθρώπινη χειραφέτηση, ενάντια στην πατριαρχία και τον καπιταλισμό.

editorial
(από το τεύχος 4 του "lgbt-Κόκκινο", Ιούνιος 2015)

Το φετινό 4ο τεύχος lgbt/Κόκκινο δεν έχει κάποια οργανωτική σχέση με την πρώην συνιστώσα του ΣΥΡΙΖΑ, Κόκκινο, ούτε με τη ΔΕΑ με την οποία συ- νενώθηκε το Κόκκινο το Δεκέμβρη του 2014. Είναι μία συλλογική προσπάθεια που εντάσσεται στο ρεύμα του επαναστατικού μαρξιστικού ΛΟΑΤ φεμινισμού, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι όλες/οι οι αρθρογράφοι ταυτίζο- νται με αυτό.

Στο τεύχος αυτό ασχολούμαστε ευρύτερα με την πάλη ενάντια στην πατριαρχία, όχι μόνο ενάντια στην ομοφο- βία και τρανσφοβία. Θα βρείτε λοιπόν και ένα άρθρο για το σεξισμό στην αριστερά, από τη Χρυσάνθη Μούρτη. Επιπλέον, έχουμε και δύο κείμενα για την ίντερσεξ ταυ- τότητα και την αμφισεξουαλικότητα, δύο ταυτότητες που συχνά παραμελούνται από το ευρύτερο κίνημα για την απελευθέρωση από την έμφυλη καταπίεση. Ο Λάζαρος Τεντόμας αρθρογραφεί για τη διαφορά ανάμεσα στην έννοια της κοινωνικής αποδοχής των καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων, σε αντιπαραβολή με την ουσιαστι- κή συμπερίληψή τους μέσα στην κοινωνία. Ο Δημήτρης Βασιλειάδης, με αφετηρία και πάλι τηνqueerθεωρία, σχολιάζει την υπόθεση της Michelle-Lael Norsworthy, μιας τρανς γυναίκας κρατούμενης σε φυλακές της Καλι- φόρνια, στην οποία αναγνωρίστηκε το δικαίωμα να κα- λυφτούν από την πολιτεία τα έξοδα για την επέμβαση επαναπροσδιορισμού φύλου.

Δε θα μπορούσαν να λείπουν από το περιοδικό και οι εξελίξεις γύρω από τα Pride, για τα οποία δημοσιεύ- ουμε ανακοίνωση τηςομάδας μας. Αν και φέτος υπάρ- χει το ελπιδοφόρο νέο της διοργάνωσης του 1ουPride Κρήτης με αμεσοδημοκρατικά και αντιγραφειοκρατι- κά χαρακτηριστικά αυτο-οργάνωσης, δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για τα άλλα δύο Pride της χώρας, σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Η Κική Σταματόγιαννη κριτικά- ρει εμφατικά τη συνεργασία της φετινής διοργάνωσης του ThessalonikiPrideμε το... αμερικανικό προξενείο, ενώ ο Φοίβος παρουσιάζει στο άρθρο του τις δύο και- νούριες ΛΟΑΤ συλλογικότητες της πόλης, την “ομάδα SylviaRivera για ένα κινηματικό ThessalonikiPride” και την πρωτοβουλία “RainbowAttack”. Τέλος, ο Στρατής Γατελούζος αποτυπώνει τα συμπεράσματά του για το ομοφοβικό bullying και διαπιστώνει ότι η θέσμιση των στοιχειωδών δικαιωμάτων στο γάμο, το σύμφωνο συμ- βίωσης και την ταυτότητα φύλου, είναι απαραίτητη για τη μείωση της ομοφοβίας στην κοινωνία και το κράτος.

Η σημασία του να μην είσαι διαφορετικό/ή/ός


του Δημήτρη Βασιλειάδη (κοινωνιολόγος)
(από το τεύχος 4 του "lgbt-Κόκκινο", Ιούνιος 2015)

Στις 3 Απριλίου, στο reuters.com αναρτήθηκε ένα πολύ ενδιαφέρον άρθρο με τίτλο «California judge orders state to provide sex change surgery for prisoner». Πρόκειται για την υπόθεση της Michelle-Lael Norsworthy (στο εξής: Μισέλ) η οποία καταδικάστηκε για φόνο το 1987 και έκτοτε κρατείται φυλακισμένη. Η Μισέλ άρχισε να αναπτύσσει την έμφυλη ταυτότητα της διεμφυλικής γυναίκας μετά το 1990 (αρχικά, είχε φυλακισθεί ως Jeffrey Norsworthy) ενώ μετά το 2000 άρχισε να υποβάλει την εαυτή της σε μη χειρουργικές διαδικασίες φυλομετάβασης. Το αίτημά της να υποβληθεί σε εγχείριση αλλαγής φύλου συνάντησε την άρνηση της Πολιτείας της Καλιφόρνια, γεγονός που την οδήγησε να προσφύγει στη Δικαιοσύνη. Τελικά, ο Δικαστής που ανέλαβε την υπόθεσή της απεφάνθη ότι η Πολιτεία οφείλει να της παρέχει την επέμβαση που ζητά (αξίας περί των 100.000 δολλαρίων), ώστε να απαλλαγεί από τις συνέπειες της «δυσφορίας φύλου», την οποία αντιμετωπίζει, αλλά και από τις επιβλαβείς επιπτώσεις της μακροχρόνιας χρήσης ορμονών.

Αυτό που είναι αξιοσημείωτο σε αυτήν την υπόθεση είναι ότι το επίσημο Κράτος (Πολιτεία της Καλιφόρνια) δια του εκπροσώπου της δικαστικής εξουσίας αναγνωρίζει – συνεκδοχικά: κατοχυρώνει θεσμικά – την έμφυλη εμπειρία ως διαφορετική κοινωνικοπολιτική κατάσταση από τη σωματικότητα. Μάλιστα, αντιμετωπίζει την έμφυλη ταυτότητα ως ελεύθερη επιλογή που βρίσκεται στην αυτοδιαχειριστική ευχέρεια του υποκειμένου, ακόμα και όταν το σώμα στερείται την αντίστοιχη ελευθερία, ακόμα και όταν το σώμα είναι αντικείμενο της ποινικής διαχείρισης της συντεταγμένης πολιτείας. Στη συνέχεια του άρθρου θα αναλύσω τη σημασία αυτής της εξέλιξης, τόσο θεωρητικά όσο και πρακτικά.

Η σύγχρονη προσέγγιση στα ζητήματα φύλου βλέπει την έμφυλη ταυτότητα ως ανεξάρτητη μεταβλητή από το σώμα, ή αυτό που κοινώς λέμε ‘βιολογία’ (αναφέρεται και ως ‘ανατομία΄). Ο κλασικός και ξεπερασμένος, πλέον, διαχωρισμός μεταξύ κοινωνικού και βιολογικού φύλου έχει δείξει την αδυναμία του να συλλάβει τα ζητήματα φύλου ως στοιχεία υποκειμενικότητας, δηλαδή ευμετάβλητα, ρευστά και εμπειρικά. Πράγματι, το φύλο στην κοινωνική του παράμετρο δεν είναι ‘καθηλωμένο’ στην υλική οντότητα ενός σώματος και δεν υφίσταται τους περιορισμούς αυτής. Ωστόσο, το ‘κοινωνικό φύλο’ αναλυόταν ως η διαπραγμάτευση των δεδομένων συνθηκών ενός σώματος εντός ενός κάποιου κοινωνικού πλαισίου. Το σώμα ως ύλη καθόριζε το φύλο ως πεπερασμένο μέγεθος. Όσο και αν η θεωρία διεύρυνε το πεδίο, δεν κατάφερνε ποτέ να το απαλλάξει από την υλικότητα του φύλου ως σύνολο βιολογικά αναπόδραστων συνθηκών, μέχρι τη στιγμή που η προσέγγιση άλλαξε και το φύλο, ως έννοια, ‘αποκολλήθηκε’ από κάθε αναφορά στη φύση Η σημασία του να μην είσαι διαφορετικό/ή/ός (με την έννοια το χ χαρακτηριστικό να εκλαμβάνεται εκ φύσεως δοσμένο σε ένα φύλο).

Στις μέρες μας, η έμφυλη ταυτότητα θεωρείται ότι συγκροτείται μέσα από διαδικασίες του πράττειν, όχι του είναι. Δεν είσαι άντρας γιατί γεννήθηκες αρσενικός, αλλά επειδή επιτελείς μια αρρενωπότητα έτσι όπως αυτή τέμνεται με όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που σε ταυτοποιούν ως υποκείμενο σε κάθε συγκεκριμένη περίσταση. Δεν είσαι γυναίκα γιατί γεννήθηκες θηλυκή, αλλά γιατί πράττεις με έναν τρόπο που σε εμφυλοποιεί ως γυναίκα μέσα από μια θηλυκότητα που ορίζει (και ορίζεται από) την εκάστοτε δική σου συνθήκη. Είναι αδιάφορο αν ο σωματότυπός σου είναι ο χ ή ο ψ ως προς τις διαδικασίες που σε συγκροτούν σε έμφυλο υποκείμενο, καθώς οι διαδικασίες αυτές διασταυρώνονται σε έναν κόμβο αναφορών και νοημάτων και αναπαράγουν, με τη σειρά τους, ένα τόσο αλληλένδετο και ευμετάβλητο σύνολο νοημάτων που είναι αδύνατον να εντοπιστούν μέσα στο σχήμα των υλικών σωμάτων. Και, εφόσον είσαι η γυναίκα που εσύ ο ίδιος/η ίδια επιτελείς μοναδικά και ανεπανάληπτα σε κάθε χωροχρονικό πλαίσιο, οι έννοιες που παραπέμπουν στη σεξουαλικότητα δεν είναι χρήσιμες παρά ως ταξινομητικές κατηγορίες, δηλαδή προκειμένου να υπαχθούν σε δημογραφικό έλεγχο (όπως θα έλεγε ο Φουκώ).

Και εδώ το σημείο είναι κομβικό: με την έμφυλή σου κατάσταση να είναι μεταβλητή (και εμβριθής νοημάτων που δεν ενσωματώνονται στην υλικότητά σου αλλά, απλώς, σωματοποιούνται σε αυτή) η σεξουαλικότητά σου θα είναι το ίδιο. Θα επιθυμείς ανθρώπους με τη χ υποκειμενικότητα, επιτελώντας κι εσύ μια έμφυλη υποκειμενικότητα, ή θα θες άλλες και άλλους με μια τελείως διαφορετική υποκειμενικότητα. Το καθοριστικό στοιχείο για τη σεξουαλικότητά σου δεν είναι ο σωματότυπός σου, ούτε ο σωματότυπος του ανθρώπου που επιθυμείς, αλλά αυτή και μόνο η επιθυμία σου. Αυτό, εξάλλου, εξηγεί ότι μπορούν να υπάρχουν άνθρωποι ουδέτερου φύλου (φύσει ή θέσει) αλλά με επιθυμίες (όπως και εμφατικά έμφυλοι/ες άνθρωποι χωρίς επιθυμίες) δηλαδή άνθρωποι στους οποί-ους/στις οποίες δεν υπάρχει γραμμική συσχέτιση (δηλαδή, ετεροκανονικός ντετερμινισμός) έμφυλης ταυτότητας και σεξουαλικότητας.

Θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω και να σχολιάσω ένα κομμάτι μέσα από το από 19ης Μαΐου άρθρο του Γιάννη Ζουμπουλάκη στο ΒΗΜΑ σχετικά με την Κέιτ Μπλάνσετ και την παρουσίαση της νέας της ταινίας στο Φεστιβάλ των Καννών. Μεταφέρει ο Ζουμπουλάκης την απάντηση της σπουδαίας ηθοποιού σε ερώτηση για τη σεξουαλικότητά της ως εξής: «το σημαντικό δεν είναι αν είχα ή όχι κάποια στιγμή στη ζωή μου σχέση με γυναίκες αλλά γιατί εν έτει 2015 πρέπει να κάνουμε αυτή την ερώτηση. Γιατί σήμερα, κάτι τέτοιο μπορεί να προκαλέσει την περιέργεια;». Στην απόκριση αυτή η Μπλάνσετ δεν υπερασπίζεται μόνο τη δική της προσωπική ζωή, αλλά και την (κυρίαρχη σήμερα) τάση ότι δεν υπάρχει υπόσταση στο ζήτημα των φύλων και της σεξουαλικότητας και, έτσι, η κάθε τέτοια αναφορά είναι ασήμαντη. Οι όποιες αντικειμενικές παράμετροι (π.χ. σώματα με δεδομένη εικόνα) στις κοινωνικές επαφές είναι σημαντικές ως πλαίσιο αναφορών για τα νοήματα που παράγονται κάθε φορά, όχι όμως προ-καθοριστικές αυτών, εφόσον τα ίδια τα νοήματα αναλύονται όχι απλώς υποκειμενικά (δηλαδή, ως προς τις παρατηρήτριες και τους παρατηρητές) αλλά και με όρους υποκειμενικοτήτων (δηλαδή, ως προς τα ίδια τα υποκείμενα που προβαίνουν στις εκάστοτε δράσεις). Εντέλει, καμβάς στον οποίο χαράζονται αυτά τα νοήματα δεν υπάρχει, καθώς τα ίδια τα νοήματα αποτελούν διαρ- κώς μήτρες και έμβρυα των προηγούμενων και επόμενων εκδοχών τους.

Με απλά λόγια: τι είμαι αν μια φορά βάλω ένα φουστάνι ή ένα παντελόνι για να πάω να ψωνίσω; Τι είμαι αν κάνω για πρώτη φορά σεξ με το αντίθετο φύλο από αυτό που έκανα ως τότε; Τι είμαι αν, τελικά, βάζω συνέχεια φου- στάνια ή παντελόνια; Τι είμαι αν συνεχίσω στο διηνεκές να κάνω σεξ με το αντίθετο φύλο από αυτό που έκανα μέχρι παλαιότερα; Τι είμαι αν κάνω σεξ και με τα δυο (κυρίαρχα) βιολογικά φύλα, με ίση ή άνιση συχνότητα; Τι είμαι αν κάνω σεξ με ένα σώμα στο οποίο το βιολογικό φύλο δεν είναι ένα και μοναδικό; Τι είμαι αν όσες και όσοι με βλέπουν, θεωρούν, για οποιοδήποτε λόγο, ότι ανήκω σε ένα βιολογικό φύλο που εγώ (ή η Ιατρική) δεν αναγνωρίζω στον εαυτό μου/στην εαυτή μου; Τι είμαι αν κάνω όσες ενέργειες κρίνω απαραίτητες για να σταματήσω αυτό το φαινόμενο; Τι είμαι αν δεν ορίζομαι ως προς αυτά τα ζητήματα; Τι είμαι αν αυτοχαρακτηρίζομαι ως προς αυτά τα ζητήματα αλλά δρω (σκόπιμα ή όχι) με τρόπο διαφορετικό απ’ ό,τι αυτοχαρακτηρίζομαι; Τι είμαι αν χρησιμοποιώ κάποια έμφυλα χαρακτηριστικά μου κατ’επάγγελμα; Τι είμαι αν άλλες και άλλοι χρησιμοποιούν έμφυλα χαρακτηριστικά σαν τα δικά μου επαγγελματικά (π.χ. με τρόπο παρωδικό ή σατιρικό, ή ως υπόδειγμα έμφυλης τελειότητας). Τι είμαι αν, αν, αν… Η απάντηση που ίσως θα έδινε η (συγχωρέστε μου) ντίβα Κέιτ Μπλάνσετ είναι: τι σημασία έχει;! Διότι, ναι, τι σημασία έχουν όλα αυτά τα ‘είμαι’ από τη στιγμή που ο καθοριστικός παράγοντας είναι τα ‘πράττω’; Βλέπουμε, λοιπόν, ότι έχουμε εγκλωβιστεί στις ουσιοκρατικές θεωρήσεις περί φύλων και αναζητούμε ολοένα επιβεβαιώσεις των περιορισμένων και περιοριστικών μας αντιλήψεων, στερώντας (δυστυχώς, όχι πάντα μόνο θεωρητικά) από εαυτές/ούς και αλλήλους την υπέροχη (και, θα έπρεπε, αυτονόητη) ροή του πράττειν, ήτοι την ελευθερία του ζην;

Συμπερασματικά, η φυσική ποικιλότητα που είναι, βεβαίως, προ-κοινωνική υπόθεση, αναλύεται ως ετερότητα με αξιακό(=πολιτικό) πρόσημο, με αποτέλεσμα να σωματοποιούνται οι περί υποκειμένων όροι εξουσίας και πειθάρχησης, αναπαράγοντας κανονιστικά πρότυπα αντίληψης της έμφυλης πραγματικότητας. Επομένως, η θεωρία όχι μόνο επιτρέπει αλλά επιβάλλει την ‘αποκόλληση’ των σωματικών χαρακτηριστικών από τις έμφυλες ταυτότητες, ειδάλλως η περί φύλων και σεξουαλικοτήτων χειραφέτηση και ισότητα δεν θα επέλθει ποτέ. Τι σημαίνει, όμως, αυτό στην πράξη;

Ας δούμε πώς περιπλέκονται όλα αυτά με τις διεκδικήσεις των ΛΟΑΔμπλαμπλα ατόμων. Στο ίδιο άρθρο για την ταινία της Κέιτ Μπλάνσετ διαβάζουμε: «Εκείνη την εποχή, στην δεκαετία του 1950, δεν υπήρχαν ταμπέλες που δήλωναν τι είσαι». Λέει, λοιπόν, η (όλο και πιο αγαπημένη) Κέιτ ότι οι άνθρωποι έπρατταν πολύ πριν την ‘επινόηση’ των όρων που τους/τις περιγράφουν ως έμφυλα και σεξουαλικά υποκείμενα βάσει του πράττειν τους. Πράγματι, οι ‘ταμπέλες’ χρησιμοποιήθηκαν στρατηγικά μετά την εποχή που αναφέρει η Μπλάνσετ και αυτό επειδή αναφάνηκε η ανάγκη διαφοροποίησης από το κυρίαρχο ετεροκανονικό αρσενικό πρότυπο ώστε να τελεσφορήσουν μια σειρά διεκδικήσεων. Οι γυναίκες ζητούσαν θετική παρέμβαση του Κράτους στην ισότητα εμπράκτως (π.χ. ποσοστώσεις) ενώ οι ΛΟΑΔμπλαμπλα ήθελαν να εστιάσουν στην κατοχύρωση της σεξουαλικής ετερότητας θεσμικά ούτως ώστε να συμμετέχουν απρόσκοπτα στη δημόσια ζωή χωρίς να κρύβονται ή να κατηγορούνται- ωραιότατο παράδειγμα η περίπτωση του περίφημου Milk – στη λογική του ‘δεν τρέχει τίποτα να είσαι διαφορετικός/ή’, βιώνοντας, προφανώς, και οι ίδιες/οι την κατάστασή τους ως διαφοροποίηση από το κυρίαρχο πρότυπο. Σήμερα, όμως, στην εποχή που οι ταμπέλες έχουν αποδείξει την ανικανότητά τους να εξασφαλίσουν ισοτιμία και δικαιοσύνη – η Μπάτλερ θεωρεί ότι κάθε αναφορά σε μια ταμπέλα (π.χ. ‘γκέι κοινότητα’) επιβεβαιώνει, τελικά, την κυριαρχία της ετεροκανονικότητας, δηλαδή αναπαράγει τα κανονιστικά πρότυπα που συνδέονται με αυτή – η θεώρηση των πραγμάτων δεν πρέπει να γίνεται με έμφαση στο ‘διαφορετικό από..’ αλλά στο ‘ποικιλόμορφο’ δηλαδή, με απλά λόγια, κάθε προσέγγιση θα πρέπει να συμπεριλαμβάνει ΚΑΙ τις ετερό αναφορές.

Φρονώ ότι η επιμονή στη διαφορετικότητα δεν έχει να προσφέρει, πλέον, τίποτα στον αγώνα για πραγματική ισότητα, καθώς μόνο κατ’επίφαση συμβαίνει αυτό, όπως θα υποστηρίξω σχολιάζοντας περαιτέρω την υπόθεση της Μισέλ παρακάτω. Η ‘ταμπέλα’, ως πολιτική κατηγορία, όσο ταυτίζεται με την έμφυλη υποκειμενικότητα, τόσο την περιορίζει και την επανεισάγει στο φαύλο κύκλο της καταπίεσής της. Αντιθέτως, αν στη θέση της προαχθεί η έννοια της ‘ταυτότητας’, τότε οι διεκδικήσεις θα αποκτήσουν καθολική ισχύ γιατί δεν θα παραπέμπουν σε σωματοποίηση των έμφυλων χαρακτηριστικών, αλλά θα αποτελούν πολιτική διαχείρισή τους. Και αυτό επειδή οι ταυτότητες έχουν τις προδιαγραφές να αναπτυχθούν ισότιμα (έμφαση στη ρευστότητα του πράττειν) ενώ οι ‘ταμπέλες΄ καθηλώνουν τα υποκείμενα σε ένα συμπαγές, αρραγές (και αναληθές) είναι. Ας δούμε, όμως, ένα παράδειγμα.

Όταν στην Ελλάδα του 2015 ακόμα δεν επιτρέπεται η σύναψη επίσημης σχέσης μεταξύ ατόμων του ιδίου φύλου, η αναφορά παραμένει στο σώμα που εκφράζει την επιθυμία. Ακόμα και πολλές/οί που δεν επικαλούνται τα απαράδεκτα και στιγματιστικά επιχειρήματα περί εγγενούς ανωμαλίας ως προς την ομόφυλη συντροφικότητα, πιστεύουν, ίσως, ότι οι ομοερωτικές σχέσεις δεν είναι ισότιμες με τις ετεροερωτικές – οι λόγοι, που μπορεί να είναι από γελοίοι (θρησκεία) μέχρι και (ψευδο)επιστημονικοί (καταλληλότητα για ανατροφή παιδιών) δεν θα αναλυθούν εδώ γιατί δεν είναι συναφείς με το θέμα. Αυτό που πρέπει οπωσδήποτε να κάνουμε, τόσο ως Κοινωνία των Πολιτών όσο και ως Κράτος, είναι να μη χειριζόμαστε όλα τα αντίστοιχα θέματα ως ζητήματα ανθρώπινων δικαιωμάτων εν γένει (ήτοι με μια προσέγγιση διευρυντική ως προς έναν σταθερό πυρήνα, μια προσέγγιση που υπογραμμίζει το ‘διαφορετικό από’ ένα σύνολο σταθερών και αναλλοίωτων αναφορών ζητώντας ισότιμη μεταχείρισή του) αλλά ως ταυτοτικά δικαιώματα (δηλαδή, με μια προσέγγιση που βασίζεται στη συμπερίληψη όλων σε σχήματα όπου δεν υπάρχει κυρίαρχο στοιχείο). Το διεμφυλικό άτομο που του/της επιβάλλεται να παραμένει με τα στοιχεία του φύλου που καταγράφηκε με τη γέννησή του/της, δεν στερείται ένα δικαίωμα ως άνθρωπος ή ως πολίτης, εφόσον το Κράτος δεν του/της αρνείται γενικώς την παροχή αγαθών και υπηρεσιών (π.χ. χορήγηση εγ- γράφων) αλλά ως έμφυλη ταυτότητα. Αυτή (θα μπορούσε να) είναι και η ουσία της απόφασης του Δικαστή από την Καλιφόρνια: η έμφυλη ταυτότητα αναδεικνύεται σε αυτόνομη κατηγορία θεμελίωσης δικαιωμάτων και, μάλιστα, κοινωνικών, δηλαδή που αξιώνουν παροχές από το Κράτος, με νόμους, δαπάνες και όλες τις απαραίτητες παρεμβάσεις που θα εξασφαλίζουν, έμπρακτα και ουσιαστικά, τα ταυτοτικά δικαιώματα ΌΛΩΝ των έμφυλων υποκειμένων τους.

Η υπόθεση της Μισέλ, όμως, δεν έχει μόνο θετικές διαστάσεις. Ένα ακόμα ενδιαφέρον στοιχείο της είναι ότι το όλο ζήτημα τεκμηριώνεται με αναφορά σε θέματα υγείας. Ο Δικαστής υποτίθεται ότι απαλλάσσει τη Μισέλ από δυσχερείς καταστάσεις για την υγεία της, δηλαδή της εξασφαλίζει ευεξία, εφόσον με την ποινή που της επι- βλήθηκε έχει στερηθεί την ελευθερία της αλλά όχι τίποτα περισσότερο από αυτήν. Η εξάρτηση της απόφασης από ιατρικές γνωματεύσεις μπορεί να είναι μέχρι και αναγκαία, κρίνεται όμως απαράδεκτη, αν αντιπαραβληθεί με τα θεωρητικά ζητήματα περί φύλων. Το ενδιαφέρον, λοιπόν, εδώ είναι ότι πρέπει το υποκείμενο να υπαχθεί σε παθολογική κατηγορία προκειμένου να απολαύσει ένα ταυτοτικό δικαίωμα. Η προβληματική αυτή εξέλιξη σηματοδοτεί το φύλο ως θεραπευτικό στόχο και κατάσταση βιολογικής (εδώ: ψυχικής) ισορροπίας. Το σώμα της Μισέλ γίνεται μια άλλη φυλακή για το φύλο της και ο δεσμοφύλακας αυτή τη φορά κρατάει ένα κλειδί που γράφει πάνω: «άρρωστη». Είναι με πρόσημο νοσηρότητας που η Μισέλ γίνεται υποκείμενο ταυτοτικού δικαιώματος. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Δικαστής δεν αντιλήφθηκε την όλη υπόθεση ως ζήτημα ταυτοτικής ελευθερίας, αλλά ως δικαίωμα ενός ανθρώπου που νοσεί στην υγεία και την ευεξία. Η απόφασή του, λοιπόν, όχι απλώς αναγνωρίζει, αλλά και κατισχύει το υγιές ως κανονιστικό και επιβεβαιώνει εκκωφαντικά το ετεροκανονικό ως κοινωνικά ωφέλιμο και πολιτικά σκόπιμο. Η Μισέλ εκλαμβάνεται ως διαφορετική σε ένα πλαίσιο στο οποίο η διαφορετικότητα χρήζει παρέμβασης και υποστήριξης προκειμένου να επιτευχθεί εξομοίωση.

Να τολμήσουμε να σκεφτούμε τι θα γινόταν αν η Μισέλ ζητούσε παρέμβαση του Κράτους για φυλομετάβαση σε ουδέτερο/άφυλο υποκείμενο, δηλαδή όχι για ‘διόρθωση’ της αντίφασης να έχει έμφυλη κοινωνικότητα που δεν συνάδει με το βιολογικό της φύλο; Θα έβγαινε και πάλι μια τόσο γενναιόδωρη απόφαση ή, όπως πιστεύω εγώ, η Μισέλ θα εξασφάλιζε μεταφορά σε πτέρυγα με ηπιότερες συνθήκες κράτησης και ψυχιατρική παρακολούθηση; Εντέλει, ο Δικαστής έδωσε στη Μισέλ την ελευθερία της φυλομετάβασης γενικώς, ή, συγκεκριμένα, τη δυνατότητα να εγκαταλείψει το αρσενικό έμφυλο σώμα για να με- ταβεί στο θηλυκό, ‘διορθώνοντας το λάθος’; Αν η Μισέλ διεκδικούσε να εργαλειοποιήσει τη βιολογία της για να σωματοποιήσει την έμφυλη ταυτότητα που η ίδια θα υπο- στήριζε (δηλαδή, ζητούσε να μεταβεί σε μια κάποια σω- ματική κατάσταση έτσι όπως η ίδια θα την επιθυμούσε) θα έβρισκε την ίδια ανταπόκριση που βρήκε τώρα που δεν αμφισβήτησε τη δυαδικότητα των βιολογικών σωμάτων ζητώντας, απλώς, να αλλάξει το δικό της; Και αλλιώς: πόσες έμφυλες σωματικότητες, πέραν των δυο κυρίαρχων, θα μπορούσαν να τύχουν αντίστοιχης υποστήριξης προκειμένου για μετάβαση σε αυτές; Πόσο, πραγματικά, προάγεται η πολλότητα του φύλου ως κοινωνικοπολιτική μεταβλητή (αλλιώς: η ανθρώπινη ποικιλομορφία) με την απόφαση που εκδόθηκε;

Θεωρώντας πασιφανώς εύλογες τις απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα, θα συνοψίσω το άρθρο μου στα εξής βασικά σημεία:

1. Κάθε καινοτομία στο ζήτημα των φύλων και των σεξουαλικοτήτων είναι χρήσιμη, έστω και προκειμένου να αναφανούν οι αντιληπτικοί περιορισμοί σε αυτό.

2. Το διαφορετικό δεν είναι a priori θετικό. Στην εποχή μας, το προβαλλόμενο ως διαφορετικό αναφορικά με τα φύλα και τις σεξουαλικότητες είναι a priori προβληματικό.

3. Οι ΛΟΑΔμπλαμπλα διεκδικήσεις είναι, πλέον, αναχρονιστικές. Η επιμονή στις ταμπέλες, έτσι όπως γίνεται, αποτελεί τροχοπέδη στην (απελπισμένη) πορεία για επίτευξη πραγματικής ισότητας, ακριβώς επειδή, παρά τη φαινομενικά αντίθετη επίδρασή τους, δεν αναδεικνύουν τη ρευστότητα των ταυτοτήτων αλλά την ακαμψία μεταξύ των ενσώματων και των μη ενσώματων έμφυλων και σεξουαλικών χαρακτηριστικών. Αυτό δεν σημαίνει, βεβαίως, ότι δεν πρέπει να ονομάζονται οι διαφορετικές εκδοχές της έμφυλης κατάστασης και της σεξουαλικότητας, αλλά να αναλύονται ως ταυτοτικές παραλλαγές (π,χ ‘γυναίκες που κάνουν σεξ με γυναίκες’ αντί για ‘λεσβίες’) ώστε να μετατοπιστούν, συν τω χρόνω, και οι ίδιες οι αυτοαναφορές των υποκειμένων.

4. Η επίκλησης της Ιατρικής δεν αποτελεί γνωστικό επιχείρημα, αλλά ρυθμιστική αναγκαιότητα. Ιατρικής παρούσης πάσα αρχή παυσάτω. Ως λόγος με επιτελεστική ιδιότητα, η ιατρική επιστήμη συγκροτεί το φύλο όχι ως έννοια ρευστή και εν δυνάμει χειραφετητική, αλλά ως πεδίο νοσηρότητας και συστηματικής χειραγώγησης.

------------------------------------------------------------------------
Ένα σύντομο σχόλιο από την ομάδα lgbt/Κόκκινο: 

Όσα γράφει ο Δημήτρης Βασιλειάδης στο άρθρο του έχουν κυρίως κοινωνιολογική αφετηρία και όχι πολιτική, και απευθύνονται περισσότερο σε όσες και όσους έχουν εμβαθύνει στο ΛΟΑΤ ζήτημα, δηλαδή στην πρωτοπο- ρία του κινήματος. Από πολιτική σκοπιά, είναι προφανές πως η άποψή του για την κατάργηση των ταμπέλων για το φύλο και τη σεξουαλικότητα αναφέρεται κυρίως στο στρατηγικό στόχο της συνολικής ανθρώπινης χειραφέτησης, χειραφέτησης ΚΑΙ από τις ίδιες τις ταμπέλες. Αν και τονίζεται στο άρθρο του ότι “οι ταμπέλες είναι ανίκανες να εξασφαλίσουν ισοτιμία και δικαιοσύνη”, είναι σχεδόν πάντα απαραίτητο για τις άμεσες δι- εκδικήσεις του ΛΟΑΤ κινήματος από το αστικό κράτος να χρησιμοποιούμε τις ταμπέλες, ώστε ο λόγος και τα αιτήματά μας να γίνονται κατανοητά. 

Όταν απευθυνόμαστε λοιπόν στο σύνολο της κοινωνίας και το αστικό κράτος, οι ταμπέλες είναι χρήσιμες για λόγους τακτικής, αλλά και για να συσπειρώσουμε στις γραμμές του κινήματος όσες και όσους αυτοπροσδι- ορίζονται με τις ταμπέλες που δέχονται την έμφυλη καταπίεση (γυναίκες, γκέι, λεσβίες, αμφί, τρανς) και δε γνωρίζουν την κουίρ θεωρία. Σε αυτό το άρθρο όμως ο αρθρογράφος απευθύνεται κυρίως στην πρωτοπορία του κινήματος, οπότε γίνεται αναφορά στον στρατηγικό στόχο της οριστικής και πλήρους απελευθέρωσης από την έμφυλη καταπίεση. Στόχος που δεν εξυπηρετείται αν θεωρήσουμε ότι οι ταμπέλες για το φύλο και τη σεξουαλικότητα έχουν υλική ή σταθερή υπόσταση... 


Αναλυτικότερα, διαβάστε το περσινό κείμενο της ομάδας lgbt/Κόκκινο:

http://www.liberty-news.gr/iperaspisi-i-apodomisi-twn-tautotitwn-tampelwn/

SYLVIA RIVERA - από το Stonewall ως το ThessalonikiPride!

του Φοίβου (Μέλος της ομάδας SylviaRivera-για ένα κινηματικό Thessaloniki Pride)
(από το τεύχος 4 του "lgbt-Κόκκινο", Ιούνιος 2015)

Η ομάδα SYLVIA RIVERA- για ένα κινηματικό Thessaloniki Pride ξεκίνησε την πορεία της το- Νοέμβριο του 2014 από το Κοινωνικό Κέντρο – Στέκι Μεταναστών στη Θεσσαλονίκη. Έμπνευση για την δημιουργία της ομάδας αποτέλεσε η σύνδεση των κινημάτων των καταπιεσμένων με το LGBTQIκίνημα, καθώς και η κοινή πεποίθηση πως «η απελευθέρωση από την ετεροκανονικότητα και την πατριαρχία αφορά κάθε άνθρωπο».

 Έτσι, μακριά από λογικές απομονωτισμού και αποφάσεων που λαμβάνονται κεκλεισμένων των θυρών, δημιουργήσαμε μια ομάδα που βασίζεται στη συμμετοχικότητα και την αμεσοδημοκρατία και παλεύει για τα δικαιώματα της ΛΟΑΤ κοινότητας, χωρίς να ξεχνά το ευρύτερο πλαίσιο των κοινωνικοπολιτικών συνθηκών και τις μάχες που δίνονται καθημερινά στο πεδίο του αντιφασισμού, του αντιρατσισμού και αντισεξισμού, του αντικαπιταλισμού, της περιβαλλοντικής δικαιοσύνης και των εργατικών διεκδικήσεων.

Σε καμία περίπτωση όμως δεν μας αρκούν τα λόγια και οι διακηρύξεις. Στον λιγότερο από ένα χρόνο ζωής της ομάδας μας συμμετείχαμε σε πληθώρα δράσεων σε συνεργασία με άλλες LGBTQI-κινηματικές ομάδες και διεκδικήσαμε δυναμικά τη συμμετοχή μας σαν συνδιοργανώτρια ομάδα στο 4ο ThessalonikiPride με σκοπό την διατήρηση του κινηματικού του χαρακτήρα και τη αποτροπή των λογικών εμπορευματοποίησης του.Ο αποκλεισμός μας από το οποίο όχι απλά δεν μας έθεσε σε συστολή και περισυλλογή, αλλά μας ώθησε σε ακόμα πιο εξωστρεφείς ενέργειες και μας έκανε να φωνάξουμε δυνατά πως «Στο σπίτι του αποκλεισμένου δεν μιλούν για αποκλεισμό»! Οι συμμαχίες που χτίσαμε μέσα από τις κινηματικές μας δράσεις κατά την διάρκεια της χρονιάς, με αποκορύφωμα την δημιουργία της «Πρωτοβουλίας Πυλαίας» (που εδώ και λίγες μέρες ονομάζεται πια «RainbowAttack»), κάνουν σε αυτή τη συγκυρία εφικτή την δημιουργία του κινηματικού μπλοκ για το 4οThessaloniki Prideδίνοντας το χώρο σε όλες τις φωνές να ακουστούν. Να αναφέρω στο σημείο αυτό πως η πρώην Πρωτοβουλία Πυλαίας δημιουργήθηκε έπειτα από ανοιχτό κάλεσμα της ομάδας μας προς όλες τις κινηματικές αντιφασιστικές συλλογικότητες του αριστερού, αναρχικού και LGBTQIχώρου ως απάντηση στην τρανσοφοβική επίθεση από χρυσαυγίτες στην Πυλαία Θεσσαλονίκης τον Νοέμβρη του 2014.

Το παράδειγμα του αποκλεισμού μας από την συνδιοργάνωση του 4ουThessalonikiPride,αλλά και η δυναμική μας απάντηση ως «Rainbow Αttack» για ένα Prideανοιχτό για όλους, μη εμπορευματοποιημένο και μακριά από λογικές gayτουρισμού και χρηματοδοτήσεων από την ΕΕ και προξενεία όπως το αμερικανικό,αποδεικνύει στην πράξη την δύναμη που προκύπτει από τον συντονισμό των δράσεων και την ενότητα των αγώνων και αφήνει μια ακλόνητη παρακαταθήκη για περαιτερω μετωπικές δράσεις βάζοντας και το σπόρο για το πρώτο αυτό-οργανωμένο και από τα κάτω LGBTQIfestivalτον Σεπτέμβρη στη Θεσσαλονίκη!

Συνεχίζουμε στο δρόμο που χάραξε η ίδια η τρανς αγωνίστρια του Stonewall,SylviaRivera, η οποία συμμετείχε σταθερά και στα υπόλοιπα κινήματα της εποχής της και συγκρούστηκε αποφασιστικά με τις λογικές ενσωμάτωσης του ΛΟΑΤ κινήματος στο σύστημα, που είχαν αρχίσει να επικρατούν στις ΗΠΑ ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1970...