Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013

Για ποια ελευθερία του λόγου μιλάμε;




του Στρατή Γατελούζου
(από το τεύχος 56 του "Κόκκινο", Νοέμβριος 2013)

Τον Ιανουάριο του 2012 συζητήθηκε στη βουλή το προτεινόμενο από το ΠΑΣΟΚ νομοσχέδιο για την καταπολέμηση του ρατσιστικού/ομοφοβικού λόγου. Το “ενδιαφέρον” που επέδειξε το συγκεκριμένο κόμμα για το ρατσισμό και την ομοφοβία ήταν καταφανέστατα υποκριτικό. Λίγους μήνες μετά, το ΠΑΣΟΚ πρωταγωνίστησε δια του υπουργού υγείας Α. Λοβέρδου στην απάνθρωπη διαπόμπευση των λεγόμενων «οροθετικών ιερόδουλων μεταναστριών» (που τελικά οι περισσότερες ούτε «ιερόδουλες» ήταν ούτε μετανάστριες). Το νομοσχέδιο αυτό τελικά δεν κατατέθηκε ποτέ προς ψήφιση, λόγω αντιδράσεων των άλλων δύο εταίρων της τρικομματικής κυβέρνησης Παπαδήμου, δηλαδή της ΝΔ και του Λάος.

Καμιά έκπληξη ως εδώ. Όμως απέναντι στο συγκεκριμένο νόμο τάχθηκε και ο… ΣΥΡΙΖΑ! Κεντρικό επιχείρημα που χρησιμοποιήθηκε ήταν ότι ο αντιρατσιστικός νόμος ενδέχεται να στραφεί και εναντίον της αριστεράς, επειδή η τελευταία προτρέπει σε «ταξικό μίσος» εναντίον του κεφαλαίου. Η ΟΛΚΕ[1] και πολλοί ακτιβιστές και ακτιβίστριες στην Ελλάδα εξέφρασαν τότε (δίκαια κατ’ εμέ) την έκπληξη και αγανάκτησή τους για το κόμμα που μέχρι τότε υποστήριζε το σύνολο των αιτημάτων του ΛΟΑΤ κινήματος. Μάλιστα, ο αντιρατσιστικός νόμος αποτελούσε το Νο1 αίτημα του ελληνικού ΛΟΑΤ κινήματος εκείνη τη σαιζόν (2011-12).

Όταν αργότερα συγκροτήθηκε μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ η «ομάδα σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου», το θέμα τέθηκε εκ νέου και η ομάδα διχάστηκε. Θεωρήθηκε από μερικούς ότι η ρητορική μίσους δεν συσχετίζεται άμεσα με την τέλεση εγκλημάτων μίσους εναντίον ανθρώπων που ανήκουν σε καταπιεσμένες κοινωνικές ομάδες (μετανάστες, ομοφυλόφιλοι κλπ). Επιπλέον ακούστηκε και το επιχείρημα ότι η ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους περιορίζει την ελευθερία του λόγου, που πρέπει να είναι «καθολικό δικαίωμα» και για τους καταπιεστές και για τους καταπιεσμένους.

Η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ είναι πολύ πιθανό να ξαναφέρει στη βουλή έναν αντιρατσιστικό νόμο, προκειμένου να καλύψει επιφανειακά την άπλετη υποστήριξή της στο ρατσισμό και την ομοφοβία. Αν αυτό συμβεί, πιστεύω πως η τελική απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ θα συνδεθεί εκ των πραγμάτων με τη γενικότερη στάση που θα κρατήσει στο ζήτημα της διακυβέρνησης.

Σύμφωνα με το κείμενο 15 σημείων που το Κόκκινο κατέθεσε ως συμβολή στη συνδιάσκεψη του ΣΥΡΙΖΑ τον περσινό Δεκέμβρη, το πρόγραμμα των κομμάτων του κόσμου της εργασίας και των καταπιεσμένων, ειδικά σε εποχές βάρβαρου νεοφιλελευθερισμού και νεοσυντηρητισμού, θα πρέπει να είναι ένα πρόγραμμα απόλυτης ταξικής ιδιοτέλειας. Άλλωστε το ίδιο κάνουν και οι καπιταλιστές, υπέρ των κομμάτων τους και κυρίως υπέρ των θεσμών του αστικού κράτους (καθεστωτικά ΜΜΕ, αστυνομία, στρατός, εκκλησία κλπ): Αν οι καπιταλιστές απαγορεύουν την κριτική στη θρησκεία τους, που είναι μάλιστα και η κυρίαρχη θρησκεία στη χώρα (νόμος περί βλασφημίας -  βλέπε υπόθεση «γέροντος Παστιτσίου του εν Ευβοία») και ταυτόχρονα επιτρέπουν τη ρητορική μίσους εναντίον των ΛΟΑΤ (μητροπολίτης Σεραφείμ, ναζιστές κλπ), εμείς θα πρέπει να κάνουμε ακριβώς το αντίθετο:
- Να απαγορεύουμε τη ρητορική μίσους εναντίον των καταπιεσμένων κοινωνικών ομάδων.
- Και να επιτρέπουμε απεριόριστη ελευθερία έκφρασης για κριτική εναντίον κάθε κυρίαρχης ιδεολογίας του συστήματος.
Στην ταξική ιδιοτέλεια των καπιταλιστών, απαντάμε με τη δική μας ταξική ιδιοτέλεια υπέρ των καταπιεσμένων και του κόσμου της εργασίας.

Η ομάδα lgbt/Κόκκινο έχει στις θέσεις της την ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους, βλέποντας το ζήτημα αυτό από τη σκοπιά των καταπιεσμένων. Προφανώς και δεν υποστηρίζουμε την ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους επί παντός επιστητού - και σίγουρα όχι για ρητορική εναντίον του καπιταλισμού, του νεοφιλελευθερισμού, των μνημονίων και όσων τα στηρίζουν. Ο νόμος τον οποίο προτείνουμε αφορά τη ρητορική μίσους εναντίον συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, που το σύστημα και μέρος της κοινωνίας καταπιέζει συστηματικά (ΛΟΑΤ, μετανάστες, γυναίκες, ανάπηροι-ΑΜΕΑ, εθνικές και θρησκευτικές μειονότητες κλπ). Το αν τα καθεστωτικά κόμματα και ΜΜΕ μάς κατηγορήσουν ότι «έχουμε δύο μέτρα και δύο σταθμά» σε ό,τι έχει να κάνει με την «ελευθερία του λόγου», αυτό δε μας αφορά, γιατί όντως έχουμε. Ας θυμηθούμε τα λόγια του Μαρξ: «Ο πραγματικός ουμανισμός, η αληθινή αγάπη για τους ανθρώπους, προϋποθέτει το μίσος για τους εχθρούς της ανθρωπότητας». Και αυτοί που καθυβρίζουν τις καταπιεσμένες ομάδες είναι εμφανώς εχθροί της ανθρωπότητας.

Σχετικά με το αν θα στηρίξει ο ΣΥΡΙΖΑ τον αντιρατσιστικό νόμο που θα φέρει προς ψήφιση μια συστημική κυβέρνηση όπως η τωρινή, το βασικό κριτήριο πρέπει να  είναι το ποιους θα αφορά[2] η ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους: Αν το νομοσχέδιο μιλάει γενικώς για την απαγόρευση της ρητορικής μίσους, τότε πρέπει βέβαια να τον καταψηφίσουμε, γιατί είναι σίγουρο ότι το σύστημα θα τον χρησιμοποιήσει κυρίως εναντίον της αριστεράς και των συνδικάτων (με τη δικαιολογία ότι προτρέπουν σε βία κατά των πολιτικών που στηρίζουν το μνημόνιο, τα αντεργατικά μέτρα κλπ). Εφόσον όμως το νομοσχέδιο αναφέρεται μόνο στη ρητορική μίσους κατά συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων που καταπιέζονται, τότε ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να το υπερψηφίσει. Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ είναι αναγκαίο να προσθέσει στο πρόγραμμά του το αίτημα αυτό. Και στην περίπτωση που στις επόμενες εκλογές κερδίσει την κυβέρνηση της χώρας, θα πρέπει άμεσα να θεσπίσει έναν αυστηρό αντιρατσιστικό νόμο, στα πλαίσια του «προγράμματος ταξικής ιδιοτέλειας» που ανέφερα και πριν. Εκτός και αν ο ΣΥΡΙΖΑ αποφασίσει ως κυβέρνηση να ακολουθήσει πολιτική ταξικής συνεργασίας…

Αν μη τι άλλο η ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους εντάσσεται στο πλαίσιο των μεταβατικών αιτημάτων μέσω των οποίων τα κόμματα της εργασίας και των καταπιεσμένων απευθύνονται σε μαζικά ακροατήρια, με σκοπό να τους κινητοποιήσουν σε επιμέρους αγώνες με βάση τα αιτήματα αυτά. Κατά τη γνώμη μου, ειδικά στην Ελλάδα του σήμερα ο αντιρατσιστικός νόμος βρίσκεται στο μεταίχμιο των αιτημάτων που θα μπορούσε να αποδεχτεί το σύστημα (κάτι που ισχύει γενικώς για τα αιτήματα που ο επαναστατικός μαρξισμός ονομάζει «μεταβατικά»). Μάλιστα έχουν ήδη διαρρεύσει πληροφορίες ότι ο νόμος που θα έρθει προς ψήφιση θα εξαιρεί την εκκλησία, το στρατό και την αστυνομία, που θα μπορούν ελεύθερα να εκφράζονται με ρητορική μίσους εναντίον όποιων επιθυμούν (αποδεικνύοντας πόσο οριακός για το σύστημα είναι ο αντιρατσιστικός νόμος)! Ακόμα και με τις εξαιρέσεις όμως, η αριστερά πρέπει να τον υπερψηφίσει, ποντάροντας στη δυναμική που απελευθερώνει υπέρ των καταπιεσμένων. Άλλωστε, αυτή δεν είναι η λογική των μεταβατικών αιτημάτων;

Ως κατακλείδα, θα πρέπει ίσως να εξηγήσω το γιατί το ΛΟΑΤ κίνημα επιμένει στην ψήφιση ενός αντιρατσιστικού νόμου. Καταρχήν να διευκρινίσω ότι προσωπικά υποστηρίζω την ποινικοποίηση της ρητορικής μίσους που εκφέρεται δημόσια από θεσμικά πρόσωπα και θεσμικούς φορείς μόνο (θρησκείες, κόμματα, επικεφαλής φορέων δημόσιας διοίκησης, ΜΜΕ που κάνουν χρήση δημόσιων συχνοτήτων). Σε πρώτη φάση δεν το βρίσκω σκόπιμο να ποινικοποιείται η ρητορική μίσους όταν λέγεται από μη θεσμικά πρόσωπα, πχ πολίτες στην καθημερινή τους ζωή. Η ρητορική μίσους είναι απαραίτητο να ποινικοποιηθεί, επειδή συνδέεται άμεσα με την τέλεση εγκλημάτων μίσους: Με το να στοχοποιούνται από μητροπολίτες οι ομοφυλόφιλοι πως «είναι επικίνδυνοι για την κοινωνία», ανώμαλοι κλπ, κάποιοι ενθαρρύνονται να βιαιοπραγούν εναντίον ομοφυλόφιλων και τρανς. Όταν οι παπάδες και οι φασίστες έχουν το… δικαίωμα να καλλιεργούν κλίμα μίσους εναντίον των ΛΟΑΤ, στην πραγματικότητα οπλίζουν τα χέρια όσων βιαιοπραγούν. Και δυστυχώς οι περιπτώσεις ξυλοδαρμού και βιασμών ΛΟΑΤ ατόμων (αλλά και μεταναστών) είναι αρκετές τα τελευταία χρόνια…




[1] Ομοφυλοφιλική και Λεσβιακή Κοινότητα Ελλάδας
[2] Εδώ, θα ήθελα να τονίσω ότι τα λόγια του Τρότσκι, που επικαλούνται μερικοί σύντροφοι για να αντιταχτούν στον αντιρατσιστικό νόμο, αναφέρονται στην ελευθερία του τύπου και όχι στην προστασία συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων μέσω αντιρατσιστικών νόμων (ελευθερία του τύπου και εργατική τάξη, Λ. Τρότσκι). Πρόκειται δηλαδή για διαφορετικές περιπτώσεις…